Πάσχετε από ψωρίαση και γι’ αυτό παίρνετε σχολαστικά τα φάρμακά σας και παρακολουθείτε προσεκτικά τον καιρό, το στρες και άλλους παράγοντες που μπορεί να την πυροδοτήσουν;
Μήπως όμως πρέπει να αρχίσετε να προσέχετε και τη διατροφή σας;
Αν και δεν υπάρχει κάποιο διατροφικό πρόγραμμα που να θεραπεύει την ψωρίαση, πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι τα τρόφιμα που καταναλώνουν οι ασθενείς μπορεί να εντείνουν ή να αμβλύνουν τα συμπτώματά της, καθώς και να αυξήσουν ή να μειώσουν τις πιθανότητες εκδηλώσεως συνοδών νοσημάτων.
Το αλκοόλ, για παράδειγμα, φαίνεται ότι μειώνει την αποτελεσματικότητα των φαρμάκων για την ψωρίαση.
Μειώνει επίσης τις περιόδους ύφεσης της νόσου.
Και δεν χρειάζεται να πίνει κάποιος πολύ για να υποστεί αυτές τις συνέπειες.
Δύο ποτά την ημέρα για τους άνδρες και ένα για τις γυναίκες είναι αρκετό για να έχουν αυτές τις επιδράσεις.
Αντιθέτως, η αποφυγή του αλκοόλ έχει συσχετιστεί με λιγότερες εξάρσεις της ψωρίασης, πιο παρατεταμένες υφέσεις, μειωμένο κίνδυνο εκδήλωσης ψωριασικής αρθρίτιδας (στις γυναίκες) και λιπώδους νόσου του ήπατος, καθώς και μειωμένο κίνδυνο να επιβαρυνθεί το ήπαρ από τα φάρμακα.
«Δεν είναι πάντοτε εύκολο να καθορίσουν οι ασθενείς τι ακριβώς επηρεάζει τα συμπτώματά της ψωρίασής τους.
Και αυτό διότι η ίδια η δερματοπάθεια παρουσιάζει συνεχώς διακυμάνσεις, με εναλλαγές υφέσεων και εξάρσεων», λέει ο Δρ. Μάρκος Μιχελάκης, Δερματολόγος-Αφροδισιολόγος (Αισθητική Δερματολογία-Δερματοχειρουργική).
«Εντούτοις, μεγάλες μελέτες έχουν δείξει ότι η σημαντικότερη παρέμβαση που μπορούν να κάνουν οι ασθενείς είναι να αποκτήσουν και να διατηρήσουν υγιές σωματικό βάρος.
Αυτό πρέπει να επιτευχθεί με τη βοήθεια μιας υγιεινής διατροφής που θα περιέχει τα κατάλληλα τρόφιμα».
Η απώλεια βάρους από τα υπέρβαρα ή παχύσαρκα άτομα με ψωρίαση μπορεί να οδηγήσει σε λιγότερες βλάβες της νόσου στο δέρμα, να μειώσει τη σοβαρότητα της ψωρίασης και να αυξήσει την αποτελεσματικότητα των φαρμάκων εναντίον της.
Το αδυνάτισμα μπορεί επίσης να ελαττώσει τις αναζωπυρώσεις της ψωρίασης, καθώς και να μειώσει τον κίνδυνο να εκδηλώσουν οι ασθενείς νοσήματα που σχετίζονται με αυτήν.
Τέτοια νοσήματα είναι η καρδιοπάθεια, η υπέρταση, τα ανθυγιεινά επίπεδα χοληστερόλης, η λιπώδης νόσος του ήπατος και ο σακχαρώδης διαβήτης.
Οι βελτιώσεις του αδυνατίσματος στο δέρμα μπορεί να παρατηρηθούν σύντομα μετά την έναρξη μιας δίαιτας αδυνατίσματος.
Σε μια μικρή μελέτη στην οποία συμμετείχαν υπέρβαροι ασθενείς με ψωρίαση, οι μισοί ακολούθησαν μια δίαιτα μειωμένων θερμίδων.
Έπειτα από μόλις 16 εβδομάδες είχαν περισσότερη βελτίωση των ψωριασικών βλαβών στο δέρμα τους, απ’ ό,τι οι συνομήλικοί τους που δεν έκαναν δίαιτα.
Στους έξι μήνες από την έναρξη της μελέτης, το 66% των ασθενών που έκαναν δίαιτα είχαν μείωση κατά 75% στις δερματικές βλάβες της ψωρίασης.
Μεταξύ όσων δεν έκαναν δίαιτα, αντίστοιχη μείωση είχε μόλις το 29% των συμμετεχόντων.
Ανάλογα ευρήματα είχε και μελέτη με 303 πάσχοντες από μακροχρόνια ψωρίαση κατά πλάκας.
Όλοι τους ήταν υπέρβαροι και ακολουθούσαν φαρμακευτική αγωγή για την ψωρίαση.
Παρά τη θεραπεία, όμως, εξακολουθούσαν να έχουν εμφανείς δερματικές πλάκες.
Οι ειδικοί ζήτησαν από τους μισούς να ακολουθήσουν ένα πρόγραμμα αδυνατίσματος, που συνδύαζε ολιγοθερμιδική υγιεινή διατροφή και γυμναστική.
Στους υπόλοιπους έκαναν απλώς συστάσεις για το πόσο θα τους βοηθούσε το αδυνάτισμα. Απ’ όλους ζητήθηκε να προσπαθήσουν να χάσουν το 5% του αρχικού βάρους τους σε 20 εβδομάδες.
Η μελέτη αυτή έδειξε πως και στις δύο ομάδες αρκετοί ασθενείς αδυνάτισαν.
Ωστόσο όσοι έχασαν το 5% του αρχικού σωματικού βάρους τους παρουσίασαν σημαντική μείωση στις πλάκες της ψωρίασης στο δέρμα τους.
«Η απώλεια βάρους μπορεί να βοηθήσει σημαντικά τους υπέρβαρους και παχύσαρκους ασθενείς με ψωρίαση, διότι μειώνει τη φλεγμονή στο σώμα», εξηγεί ο κ. Μιχελάκης.
«Αντιθέτως, η παχυσαρκία διπλασιάζει τον κίνδυνο αναπτύξεως ψωρίασης, επειδή είναι μία πάθηση που προάγει τη φλεγμονή στο σώμα».
Ανεξαρτήτως σωματικού βάρους, όμως, η ακολούθηση μιας υγιεινής, μεσογειακής διατροφής μπορεί να βοηθήσει τους ασθενείς.
Η παραδοσιακή μεσογειακή διατροφή περιέχει ως κύρια πηγή λίπους το ελαιόλαδο, συνιστά καθημερινή κατανάλωση λαχανικών, φρούτων και μη επεξεργασμένων δημητριακών, και τουλάχιστον τρεις μερίδες την εβδομάδα από ψάρι και όσπρια.
Μελέτες έχουν δείξει ότι πολλά από αυτά τα συστατικά είναι ιδιαίτερα ωφέλιμα για τους ασθενείς με ψωρίαση. Πολλές μελέτες, π.χ., έχουν συσχετίσει φρούτα και λαχανικά (π.χ. καρότα, τομάτες, φρέσκα φρούτα) υψηλής περιεκτικότητας σε αντιοξειδωτικά, με λιγότερη ψωρίαση στο δέρμα.
Επιπλέον, υπάρχουν μελέτες που δείχνουν ότι οι ασθενείς με ψωρίαση έχουν χαμηλά επίπεδα της ουσίας γλουταθειόνη στον οργανισμό τους.
Η γλουταθειόνη είναι ένα ισχυρό αντιοξειδωτικό που υπάρχει σε σκόρδο, κρεμμύδια, μπρόκολα, λάχανα, κουνουπίδια και σε άλλα λαχανικά.
Άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι ιδιαίτερα ωφέλιμα για βελτίωση των συμπτωμάτων της ψωρίασης είναι τα λιπαρά ψάρια (π.χ. σολομός, σκουμπρί, σαρδέλα, τόνος, γαύρος) και τα ιχθυέλαια.
Όλα αυτά τα τρόφιμα ασκούν και αντιφλεγμονώδη δράση, η οποία είναι σημαντική για την καταπολέμηση της ψωρίασης.
Είναι ενδεικτικό ότι μεγάλη μελέτη με 35.735 εθελοντές έδειξε πως τις σοβαρότερες μορφές ψωρίασης είχαν όσοι ασθενείς έτρωγαν λιγοστά έως καθόλου από τα τρόφιμα που συμπεριλαμβάνει η μεσογειακή διατροφή.
Νεότερες, μικρές μελέτες, εξάλλου, έχουν δείξει πως ειδικά οι ασθενείς με ψωρίαση οι οποίοι έχουν και ευαισθησία ή δυσανεξία στη γλουτένη, μπορεί να μειώσουν τις αναζωπυρώσεις των δερματικών συμπτωμάτων τους εάν ακολουθήσουν μία διατροφή χωρίς γλουτένη.
Ωστόσο το όφελος έχει έως στιγμής παρατηρηθεί κυρίως σε ασθενείς με κοιλιοκάκη ή σε ασθενείς που έχουν μεν τα ειδικά αντισώματα στο αίμα τους αλλά πάσχουν από ευαισθησία στη γλουτένη.
Σε κάθε περίπτωση «πριν σπεύσει ένας ασθενής με ψωρίαση να τροποποιήσει τη διατροφή του, καλό είναι να συζητά το θέμα με τον θεράποντα δερματολόγο του», τονίζει ο κ. Μιχελάκης.
«Αυτό είναι απαραίτητο για να εξασφαλίζει ότι οι τυχόν αλλαγές που θα κάνει θα είναι ρεαλιστικές και δεν θα επιδεινώσουν την ψωρίασή του.
Εάν, τέλος, η διατροφή βελτιώσει τα συμπτώματα της ψωρίασης, ο ασθενής δεν πρέπει να εγκαταλείψει ούτε να τροποποιήσει την φαρμακευτική αγωγή του, εάν δεν το συστήσει ο δερματολόγος ιατρός».