Το γλαύκωμα είναι η συχνότερη αιτία μη αναστρέψιμης τύφλωσης, όμως είναι και η συχνότερη αιτία τύφλωσης που είναι «αποτρέψιμη», με την κατάλληλη αντιμετώπιση.
Χαρακτηρίζεται ως “φονιάς της όρασης” κι αυτό δείχνει πως πρέπει να προσέχουμε τα μάτια μας, περισσότερο από όσο νομίζουμε και να κάνουμε τακτικές επισκέψεις στον οφθαλμίατρο, ώστε να αποτραπεί η “φονική διαδρομή” του γλαυκώματος στην όρασή μας.
Άγνοια για το γλαύκωμα
Η International Glaucoma Association (IGA) απεκάλυψε ότι:
–1 στους 5 ανθρώπους ηλικίας μεγαλύτερης των 45 ετών δεν είχε υποβληθεί ποτέ σε οφθαλμολογική εξέταση, ή,
-ότι είχαν περάσει περισσότερα από 5 έτη από την τελευταία εξέτασή τους.
–1 στους 2 έχουν ακούσει για τον όρο γλαύκωμα αλλά δεν γνωρίζει τι ακριβώς είναι,
–1 στους 2 πιστεύει ότι το γλαύκωμα είναι θεραπεύσιμο και,
–μόνο 25% από που αυτούς που συμμετείχαν στην έρευνα γνώριζαν ότι δεν υπάρχουν πρώιμα συμπτώματα.
Μια σειρά από επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι 1 στις 2 περιπτώσεις γλαυκώματος είναι αδιάγνωστες.
Ένας επίσης μεγάλος αριθμός είναι αυτοί με κακή συμμόρφωση στη φαρμακευτική τους αγωγή και στις οδηγίες του ιατρού, ενδεχομένως λόγω κακής ενημέρωσης, με συνέπεια η νόσος να εξελίσσεται με διαφορετικό από τον προβλεπόμενο τρόπο.
Τι είναι το Γλαύκωμα
Δεν είναι μια «συγκεκριμένη» νόσος.
Είναι ένας όρος «ομπρέλα» για μια ομάδα παθήσεων, με κύριο χαρακτηριστικό τους την εξελισσόμενη δομική και λειτουργική έκπτωση του οπτικού νεύρου του οφθαλμού.
Αυτό είναι συχνά, αλλά όχι πάντα, συσχετιζόμενο με αυξημένη πίεση εντός του ματιού και στην πλειονότητα των περιπτώσεων, χωρίς άλλες παρατηρούμενες συγκεκριμένες αιτίες.
Οι άνθρωποι που έχουν γλαύκωμα χάνουν σταδιακά την περιφερική τους όραση, γεγονός που ενδέχεται, εάν δεν αντιμετωπισθεί σωστά και εγκαίρως, να οδηγήσει στην τύφλωση.
Συμπτώματα
Στα πρώιμα στάδια της πάθησης, αλλά και στα ήπια γλαυκώματα, δεν υπάρχουν συμπτώματα, καθώς η απώλεια όρασης συμβαίνει στην περιφέρεια, μακριά από το κέντρο της όρασης, με αποτέλεσμα συχνά, να μη γίνεται καθόλου αντιληπτή από τους ασθενείς.
Έτσι, κάποιοι μπορεί να έχουν απωλέσει τμήμα της περιφερικής τους όρασης, αλλά το άλλο μάτι να εξισορροπεί την κατάσταση και να μη γίνεται αντιληπτή η απώλεια αυτή.
Ωστόσο, με την εξέλιξη της νόσου, σταδιακά αρχίζει να προσβάλλεται και η κεντρική όραση.
Συνήθως, όταν ο ασθενής αντιληφθεί την απώλεια τμήματος της όρασής του, τότε ένα σημαντικό μέρος έχει ήδη χαθεί.
Δυστυχώς, η απώλεια είναι μη αναστρέψιμη και ως εκ τούτου, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να γίνει η διάγνωση, πριν προκληθεί μεγάλη βλάβη.
Αντίληψη Κοινού και Συμπεριφορά
Εξαιτίας της χαμηλής ενημέρωσης του κοινού και της σχετικά ασυμπτωματικής φύσης της νόσου, η διάγνωση σε προχωρημένα στάδια είναι δυστυχώς σύνηθες φαινόμενο.
Ένας από τους σοβαρότερους παράγοντες καθυστερημένης διάγνωσης είναι η ελλιπής ενημέρωση του κοινού και ιδιαίτερα αυτών που αποτελούν ομάδες υψηλού κινδύνου.
Γλαύκωμα και Ελληνικός χώρος
Από προβολές των επιδημιολογικών μελετών στον Ελληνικό χώρο εκτιμάται ότι τουλάχιστον 100.000 Έλληνες πάσχουν από γλαύκωμα, χωρίς να το γνωρίζουν, ενώ, μέσα στην επόμενη πενταετία, άλλοι 40.000 άνθρωποι θα εμφανίσουν γλαύκωμα στη χώρα μας.
Διάγνωση
Η διάγνωση βασίζεται σε μια χαρακτηριστική δομική μεταβολή του οπτικού νεύρου και σε μια λειτουργική βλάβη του οπτικού νεύρου που αντιστοιχεί σε απώλεια του πεδίου της όρασης.
Απαιτούνται τακτικές επισκέψεις στον οφθαλμίατρο που να περιλαμβάνουν τις εξετάσεις που μπορούν να ανιχνεύσουν το γλαύκωμα στα πρώιμα στάδια.
Αυτές οι τρεις βασικές εξετάσεις, σύμφωνα με την IGA είναι:
- Ο μέτρηση της πίεσης του ματιού, που καλείται τονομέτρηση
- Η εξέταση της εμφάνισης του οπτικού νεύρου, που καλείται οφθαλμοσκόπηση και πραγματοποιείται με τη βοήθεια ενός ειδικού φακού για να δούμε το πίσω μέρος του ματιού
- Ο έλεγχος του πεδίου της όρασης μακριά από το κέντρο της όρασης. Αυτή η τελευταία εξέταση ονομάζεται οπτικό πεδίο ή περιμετρία.
Θεραπεία
Μια σειρά από επιπλέον εξετάσεις ενδέχεται να απαιτηθούν, εάν και εφόσον κριθεί σκόπιμο από τον εκάστοτε οφθαλμίατρο, ώστε να καθοριστεί η θεραπεία ανάλογα το στάδιο του γλαυκώματος.
Η θεραπεία είναι φαρμακευτική και χειρουργική.