Η θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια χαρακτηρίζεται από μια ποικιλία κλινικών εκδηλώσεων και απαντάται αρκετά συχνά σε ασθενείς με νόσο του Grave’s-υπερθυρεοειδισμός αλλά και σε περιπτώσεις ασθενών με οζώδη βρογχοκήλη.
Στο 5% περίπου των περιπτώσεων σχετίζεται και με υπολειτουργία του θυρεοειδούς αδένα -υποθυρεοειδισμός ενώ σε λιγότερο από το 5% των περιπτώσεων δεν ανευρίσκεται κάποια δυσλειτουργία από τον θυρεοειδή.
Η κατάσταση αυτή σε μερικές περιπτώσεις είναι τόσο βαριά, ώστε με την προβολή του οφθαλμού (εξόφθαλμος) να προκαλείται σοβαρή βλάβη στο οπτικό νεύρο με τελικό αποτέλεσμα την οπτική νευροπάθεια ή και τη μόνιμη απώλεια της όρασης.
Η θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια είναι σχεδόν πέντε φορές πιο συχνή στις γυναίκες από τους άνδρες.
Το κάπνισμα αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισής της επτά φορές.
“Η θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια μπορεί να είναι αμφοτερόπλευρη-δηλαδή και στα δύο μάτια (85-95% των ασθενών) ή ετερόπλευρη-μόνο στο ένα μάτι (5-15%).
Σπανιότερα, αλλά ιδίως αν είναι στο ένα μάτι, ο εξόφθαλμος μπορεί να οφείλεται σε κυτταρίτιδα του κόγχου, ιδιοπαθή φλεγμονή του κόγχου, τραυματισμό των οστών του κόγχου, μηνιγγίωμα, λέμφωμα, δακρυαδενίτιδα ή κοκκιωμάτωση Wegener“, εξηγεί ο Ιωάννης Λεγάκης, Ενδοκρινολόγος, Συνεργάτης του METROPOLITAN GENERAL.
Η πάθηση είναι πιο σοβαρή σε ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας
“Η θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια έχει την τάση να είναι πιο σοβαρή σε αρρώστους μεγαλύτερης ηλικίας καθώς επίσης και στους άνδρες φαίνεται να υπάρχει πιο σοβαρή οφθαλμική συμμετοχή απ’ ότι στις γυναίκες”, αναφέρει ο κ. Λεγάκης.
Συμπτώματα
Τα σημεία και συμπτώματα της θυρεοειδικής οφθαμοπάθειας μπορεί να είναι από υποκειμενικά ή ήπια :
-διόγκωση ματιών,
-δακρύρροια,
-ξηρά -ερεθισμένα μάτια,
-πίεση ή πόνο στα μάτια,
-πρησμένα βλέφαρα,
-κοκκίνισμα ή φλεγμονή στα μάτια,
-ευαισθησία στο φως,
-ανάσπαση βλεφάρων – lig lag)
έως σοβαρά:
-εξόφθαλμος, διπλωπία,
-σοβαρή φλεγμονώδης αντίδραση,
-κερατίτιδα- έλκη στον κερατοειδή,
-θολή ή μειωμένη όραση,
-συμπιεστική οπτική νευροπάθεια,
-απώλεια όρασης.
ΠαθογένειαΗ θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια (ΘΟ) είναι μια αυτοάνοση διαταραχή της οποίας ο ακριβής παθογενετικός μηχανισμός δεν έχει πλήρως διευκρινισθεί .
Η θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια χαρακτηρίζεται από αύξηση του όγκου των εξοφθάλμιων μυών καθώς και του οπισθοβολβικού λιπώδους και συνδετικού ιστού.
Κλειδί στην έκλυση της αυτοάνοσης αντίδρασης, παίζει το κοινό αντιγόνο μεταξύ του θυρεοειδή αδένα και των οφθαλμών, που κατά τους περισσότερους ερευνητές είναι ο υποδοχέας της TSH (TSH-R).
Η άποψη αυτή ενισχύεται από μελέτες στις οποίες φαίνεται να υπάρχει μία άμεση σχέση μεταξύ των επιπέδων των αντισωμάτων έναντι των TSH-R (TSAbs) στο ορό των ασθενών και της επίπτωσης και της σοβαρότητας της θυρεοειδικής οφθαλμοπάθειας.
Θεραπευτική αντιμετώπιση
Σύμφωνα με πλήθος κλινικών μελετών, η έγκαιρη διάγνωση και έναρξη της θεραπευτικής αγωγής είναι οι ακρογωνιαίοι λίθοι για να έχουμε το μέγιστο θεραπευτικό αποτέλεσμα.
“Οι περισσότεροι ασθενείς με νόσο του Graves έχουν ήπιες οφθαλμικές εκδηλώσεις που δεν χρειάζονται καμία επιθετική αντιμετώπιση.
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις της ήπιας θυρεοειδικής οφθαλμοπάθειας απλές τοπικές υποστηρικτικές παρεμβάσεις είναι συνήθως αρκετές να βελτιώσουν τα ενοχλητικά συμπτώματα μέχρις ότου η θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια καταστεί ανενεργός“, εξηγεί ο κ. Λεγάκης, για να επισημάνει:
Η αντιμετώπιση της σοβαρής θυρεοειδικής οφθαλμοπάθειας παραμένει θεραπευτικό πρόβλημα. Παρά τις προσπάθειες που έχουν γίνει και γίνονται το 1/3 περίπου των ασθενών δεν είναι ικανοποιημένο από την έκβαση της νόσου τους, γιατί όλες οι υπάρχουσες θεραπευτικές παρεμβάσεις δεν βελτιώνουν ή βελτιώνουν μερικώς την θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια με σημαντική παρουσία του εξόφθαλμου.
Α. ΣτεροειδήΤα στεροειδή χρησιμοποιούνται εδώ και 50 χρόνια για την αντιμετώπιση της ΘΟ και παραμένουν ακόμη και σήμερα ο ακρογωνιαίος λίθος της θεραπείας της.
Οι ευεργετικές επιδράσεις των γλυκοκορτικοειδών στην θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια, οφείλονται κατά βάση στη μη ειδική αντιφλεγμονώδη και ανοσοκατασταλτική δράση τους.
Στο Metropolitan General γίνεται υπό ιατρική παρακολούθηση θεραπευτική χορήγηση γλυκοκορτικοειδών (flushing κορτιζόλης).
“Το σχήμα αυτό συνίσταται στην ενδοφλέβια χορήγηση 1 γρ. μεθυλπρεδνιζολόνης εντός φυσιολογικού ορού για χρονικό διάστημα 40 με 60 λεπτά.
Παράλληλα χορηγείται γαστροπροστασία.
Το σχήμα επαναλαμβάνεται για 3 συνεχείς ημέρες .
Η μορφή αυτή της θεραπείας έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματική στη βελτίωση των φλεγμονωδών εκδηλώσεων από τα μαλακά μόρια του κόγχου, στη βελτίωση της οπτικής νευροπάθειας σε μικρότερο βαθμό, και στη δυσλειτουργία των εξοφθάλμιων μυών και της πρόπτωσης, ιδιαίτερα όταν είναι προσφάτου έναρξης“, εξηγεί ο κ. Λεγάκης, ενώ προσθέτει:
“Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τονιστεί η σημαντική μείωση του οιδήματος των οφθαλμών αλλά και του εξόφθαλμου που παρατηρείται μετά από την 2η μέρα της θεραπείας“.
Θεραπευτική χορήγηση από το στόμα
Η θεραπευτική χορήγηση γλυκοκορτικοειδών μπορεί να συνεχιστεί από το στόμα με δισκία για τουλάχιστον 3 εβδομάδες με προοδευτική μείωση ,ανάλογα με την βαρύτητα της νόσου ,με τελικό αποτέλεσμα την μείωση της συχνότητας των υποτροπών.
Η συνολική ευεργετική ανταπόκριση στην ενδοφλέβια χορήγηση γλυκοκορτικοειδών φτάνει το 80% των περιπτώσεων.
Β. Ανάλογα σωματοστατίνης
Η θεραπευτική χορήγηση της σωματοστατίνης στην αντιμετώπιση της σοβαρής και ενεργούς θυρεοειδικής οφθαλμοπάθειας, προήλθε από την παρατήρηση ότι οι υποδοχείς της σωματοστατίνης απεικονίζονται in vivo σε σπινθηρογράφημα με octreoscan των οφθαλμικών κόγχων, σε ασθενείς με θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια.
Γ. Χειρουργική αντιμετώπισηΗ αποκατάσταση με χειρουργική επέμβαση σε περίπτωση που υπάρχουν σημαντικές λειτουργικές διαταραχές, συχνά προτείνεται για να επιστρέψουν τα μάτια στην προηγούμενη εμφάνιση και τη λειτουργία τους
Αυτό γίνεται με τεχνικές αποσυμπίεσης του κόγχου, με χειρουργική των εξοφθάλμιων μυών για την διπλωπία και με χειρουργική των βλεφάρων.
“Συμπερασματικά, θα πρέπει να τονιστεί ότι με την επιλογή του κατάλληλου θεραπευτικού σχήματος και έγκαιρη έναρξη της θεραπευτικής αγωγής είναι δυνατό να γίνει ικανοποιητική διαχείριση της θυρεοειδικής οφθαλμοπάθειας και οι ασθενείς μπορούν να ζουν όπως πριν την εμφάνισή της”, επισημαίνει ο κ. Λεγάκης, για να καταλήξει με το εξής:.
“Ωστόσο, συνιστάται η στενή παρακολούθηση των ασθενών από τον ενδοκρινολόγο καθώς η άμεση αναφορά και συζήτηση οποιονδήποτε προβλημάτων από την πλευρά του ασθενούς, ώστε να εξατομικεύεται κάθε φορά η θεραπευτική αγωγή, με γνώμονα το μέγιστο θεραπευτικό αποτέλεσμα.”