Πρωτοποριακές πράξεις επεμβατικής καρδιολογίας, που αφορούν όχι μόνο τη Στεφανιαία Νόσο, αλλά και την αντιμετώπιση δομικών καρδιοπαθειών, πραγματοποιούνται τους τελευταίους μήνες στο νέο Αιμοδυναμικό Εργαστήριο της Γ’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ στο Γ.Ν.Ν.Θ.Α «Η Σωτηρία».
Πρόσφατα πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά επιτυχής επέμβαση διαδερμικής σύγκλισης παραβαλβιδικής διαφυγής σε ασθενή με σοβαρή ανεπάρκεια προσθετικής μιτροειδούς βαλβίδας.
Κατά την επανεξέταση της ασθενούς, με τη συμπλήρωση ενός μηνός από την επέμβαση, το θεραπευτικό αποτέλεσμα ήταν άριστο επιτυγχάνοντας ουσιαστική βελτίωση των συμπτωμάτων της ασθενούς.
Επρόκειτο για περίπτωση ασθενούς με σοβαρή ανεπάρκεια προσθετικής βαλβίδας στη θέση της μιτροειδούς, η οποία ωστόσο είχε υποβληθεί δύο φορές στο παρελθόν σε εγχείρηση αντικατάστασης της μιτροειδούς βαλβίδας (σε άλλα Νοσοκομεία), καθιστώντας την εκ νέου χειρουργική διόρθωση απαγορευτική, λόγω του πολύ υψηλού χειρουργικού κινδύνου.
Η επεμβατική αντιμετώπιση από έμπειρη καρδιολογική ομάδα ήταν η μόνη επιλογή.
Η συγκεκριμένη επέμβαση πραγματοποιήθηκε από τους καρδιολόγους της Γ’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής με επικεφαλής τον διευθυντή, καθηγητή Εμμανουήλ Βαβουρανάκη, τον καθηγητή Γεράσιμο Σιάσο, την καθηγήτρια Κωνσταντίνα Αγγέλη και τους επιμελητές Ευάγγελο Οικονόμου, Κωνσταντίνο Καλογερά, Γεωργία Βογιατζή, Στράτο Κατσιάνο, κι αποτελεί μία από τις πλέον δύσκολες και απαιτητικές επεμβάσεις διόρθωσης δομικών καρδιοπαθειών.
Όπως ανέφερε ο διευθυντής της Κλινικής, καθηγητής Εμμανουήλ Βαβουρανάκης, «είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι πραγματοποιούνται σε δημόσιες δομές υγείας τόσο απαιτητικές επεμβάσεις για την αντιμετώπιση καρδιοπαθειών.
Με τη λειτουργία της νέας Γ’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ στο Γ.Ν.Ν.Θ.Α “Η Σωτηρία”, πολλοί καρδιολογικοί ασθενείς θα αντιμετωπιστούν με επεμβατικές πράξεις που δεν πραγματοποιούνται σε πολλά νοσοκομεία.
Ιδιαίτερα τώρα που συνεχίζεται η κρίση της πανδημίας, το σύστημα υγείας δίνει λύσεις και στους ασθενείς που δεν πάσχουν από COVID-19, και απαιτείται επείγουσα θεραπευτική αντιμετώπιση».