H ενδομητρίωση συμβαίνει όταν ο ιστός ο οποίος φυσιολογικά βρίσκεται μόνο μέσα στη μήτρα -το λεγόμενο και ενδομήτριο- μπορεί να αναπτυχθεί για άγνωστο, δυστυχώς, λόγο σε διαφορετικά μέρη του σώματος της γυναίκας, όπως για παράδειγμα στις ωοθήκες στο περιτόναιο και αλλού.
Σε ακραίες περιπτώσεις έχουμε αντιμετωπίσει και ασθενείς που είχαν εστίες ενδομητρίωσης, για παράδειγμα, στον πνεύμονα και κάθε μήνα που είχαν περίοδο παρουσίαζαν συμπτώματα αιμόπτυσης.
Πιο αναλυτικά κατά τη διάρκεια του κύκλου της γυναίκας παρατηρείται μια σταδιακή πάχυνση του ενδομητρίου προκειμένου να παραλάβει το γονιμοποιημένο ωάριο το οποίο εν συνεχεία εμφυτεύεται μέσα στη μήτρα και έτσι η γυναίκα μένει έγκυος.
Στην περίπτωση, λοιπόν, που αυτό δεν συμβεί, όπως δεν συμβαίνει τις περισσότερες φορές, παρουσιάζεται η λεγόμενη περίοδος της γυναίκας. Την ίδια στιγμή και όταν αυτός ο συγκεκριμένος ιστός έχει αναπτυχθεί σε άλλες περιοχές του σώματος, όπως, για παράδειγμα, στις ωοθήκες ή σε διάφορες κύστεις (σοκολατοειδή) παρουσιάζει πόνους κατά τη διάρκεια της περιόδου , ενοχλήσεις και συμπτώματα όπως βάρος , πόνο στην ερωτική επαφή κτλ.
Πολύ συχνά, η ενδομητρίωση έχει μια γενετική συνέχεια, δηλαδή υπάρχουν οικογένειες όπου γιαγιά, μητέρα και κόρη παρουσιάζουν αντίστοιχα συμπτώματα.
Σε πάρα πολλές περιπτώσεις, η ενδομητρίωση παραμένει σταθερή και σε ύφεση για πολλά χρόνια, ωστόσο σε ένα περίπου 35% σταδιακά οι πόνοι γίνονται πιο ενοχλητικοί, η περίοδος γίνεται πιο έντονη και η γονιμότητα περιορίζεται. Αυτές οι περιπτώσεις χρειάζονται θεραπεία.
Η ενδομητρίωση πρέπει να θεραπευεται όχι μόνο για την βελτίωση των συμπτωμάτων αλλά κυρίως γιατί αποτελεί αίτιο στειρωσης λόγω της δημιουργίας συμφύσεων ιδιαίτερα μεταξύ των σαλπίγγων .
Ο τύπος της θεραπείας, δηλαδή αν θα έχουμε συντηρητική φαρμακευτική αγωγή ή χειρουργική, εξαρτάται από την ηλικία της γυναίκας, πόσο βαριά είναι τα συμπτώματα της καθώς και ποιος είναι ο σκοπός για τον οποίο βρίσκεται στο γιατρό.
Σε μια νέα κοπέλα χωρίς βαριά συμπτώματα, παραδείγματος χάρη, χωρίς άμεσο ενδιαφέρον για απόκτηση παιδιού, αντιμετωπίζουμε συντηρητικά με φαρμακευτική αγωγή.
Ωστόσο, όταν τα συμπτώματα χειροτερεύουν ή όταν μια γυναίκα επιθυμεί να τεκνοποιήσει, πρέπει να γίνεται αρχικά λαπαροσκοπική χειρουργική θεραπεία της ενδομητρίωσης και εν συνεχεία, συμπληρωματική φαρμακευτική αγωγή, αν και εφόσον χρειάζεται. Αυτό γιατί με τη λαπαροσκόπηση όχι μόνο γίνεται θεραπεία αλλά και τελική διάγνωση όλων των εστιών ενδομητρίωσης καθώς και αφαίρεση αυτών.
Η συγκεκριμένη διαδικασία αποτελεί μια μικρή χειρουργική επέμβαση ημερήσιας νοσηλείας (δηλαδή η γυναίκα έρχεται στο νοσοκομείο το πρωί και το βράδυ σε ποσοστό 90 – 95 % έχει επιστρέψει στο σπίτι της).
Με μια πάρα πολύ μικρή τρύπα στον ομφαλό της γυναίκας (και 2-3 μικρών 5mm συμπληρωματικών τρυπών στο εφηβαίο, αν χρειαστεί), υπό γενική αναισθησία και με την τοποθέτηση μιας ειδικής κάμερας θα γίνει διάγνωση και εξάχνωση – καταστροφή όλων των πιθανών εστιών ενδομητρίωσης, επίσης αν υπάρχουν σοκολατοειδείς ή άλλες κύστεις αφαιρούνται και στέλνονται για βιοψία.
Η ορμονική θεραπεία αποτελεί μια δεύτερη γραμμή συντηρητικής αγωγής όπως είπαμε σε περιπτώσεις που δεν χρειάζονται χειρουργείο ή χρειάζονται συμπληρωματική αγωγή μετά.
Πρέπει να αναφέρουμε το εξής: τα φάρμακα δεν θεραπεύουν την ενδομητρίωση, απλώς την ρυθμίζουν και την καταστέλλουν. Υπάρχει σημαντική διαφορά μεταξύ θεραπείας και καταστολής. Η μόνη ουσιαστική θεραπεία της ενδομητρίωσης είναι η χειρουργική αφαίρεση των εστιών της είτε με εξάχνωση των εστιών .
Υπάρχει ακόμα ιδιαίτερα μετά το χειρουργείο χορήγηση φαρμάκων (ανάλογα GnRH) με σκοπό την επίτευξη άριστων αποτελεσμάτων.
Δρ.Γρ.Ε.Σακκάς, Γυναικολόγος- Μαιευτήρας