Όλο και πιο αποδεκτές γίνονται οι ανησυχίες και οι περίεργες συμπεριφορές των επιληπτικών ασθενών που αρνούνται να προχωρήσουν σε κάποια σχετική χειρουργική επέμβαση, σύμφωνα με μια πρόσφατη μελέτη.
Σε καλά επιλεγμένους υποψηφίους, των οποίων η επιληψία είναι ανθεκτική – που σημαίνει ότι δεν απαντούν στη συμβατική φαρμακευτική θεραπεία – η χειρουργική εκτομή είναι επιτυχής ως τρόπος διακοπής των κρίσεων «περίπου στα δύο τρίτα των περιστατικών», ισχυρίζονται ερευνητές του τμήματος Νευρολογίας του Κολλεγίου Ιατρικής του Wisconsin.
Ωστόσο, ένα σημαντικό μέρος των πιθανών υποψηφίων αρνούνται να υποβληθούν σε χειρουργείο – ακόμα και μετά την προεγχειρητική αξιολόγηση. «Οι λόγοι για τους οποίους οι ασθενείς αρνούνται μια δυνητικά αποτελεσματική επέμβαση δεν είναι πλήρως κατανοητοί», συνεχίζουν.
Για να προσδιοριστούν οι κοινωνικό-πολιτισμικοί, ιατρικοί, προσωπικοί και ψυχολογικοί παράγοντες που μπορεί να επηρεάζουν τις αποφάσεις των ασθενών, οι ερευνητές ετοίμασαν ένα νέο ερωτηματολόγιο που δόθηκε σε 23 άτομα που συμφώνησαν να υποβληθούν σε χειρουργείο επιληψίας και σε εννιά που αρνήθηκαν.
Οι ερευνητές βρήκαν πως τα άτομα που δεν συναινούν σε χειρουργική επέμβαση τείνουν «να ενοχλούνται λιγότερο» από την επιληψία τους – ανεξαρτήτως του βαθμού βαρύτητά της – και προβληματιζόταν περισσότερο σχετικά με διάφορες ανησυχίες τους που αφορούσαν την ίδια την επέμβαση. Ήταν επίσης λιγότερο πιθανό να ακούσουν τις απόψεις των ιατρών και των συνεργατών τους, συγκριτικά με αυτές των ομοιοπαθούντων που υπεβλήθησαν σε επέμβαση και ήταν επίσης περισσότερο πιθανό να πάσχουν από συνυπάρχουσες ψυχιατρικές νόσους.
Εν τω μεταξύ, οι ασθενείς που επιλέγουν το χειρουργείο ήταν συνήθως περισσότερο προβληματισμένοι για την νόσο τους στην καθημερινή ζωή – για παράδειγμα νιώθοντας ντροπή για τις κρίσεις τους. Ήταν περισσότερο ενθουσιασμένοι για την προοπτική μιας ζωής χωρίς συμπτώματα επιληψίας και λιγότερο ανήσυχοι για ορισμένες πλευρές της χειρουργικής επέμβασης.
Οι ερευνητές κατέληξαν στο ότι ένας αριθμός παραγόντων “λειτουργεί ως φραγμός προς την σωστή αντιμετώπιση του ασθενή” και προτείνουν τη χρήση των ευρημάτων τους στο μέλλον για βελτίωση της εκπαίδευσης των κλινικών, ενώ επίσης μπορούν να λειτουργήσουν ως βάση για το αν συγκεκριμένες θεραπευτικές επιλογές θα πρέπει να προτείνονται σε ορισμένους ασθενείς.
Για πράδειγμα, ένα άτομο που ταιριάζει στο προφίλ κάποιου που είναι πιθανό να αρνηθεί την επέμβαση θα μπορούσε να αποφύγει την προεγχειρητική αξιολόγηση, που έχει κινδύνους και κόστος στην πραγματοποίησή της.