Το σύνδρομο υπνικής άπνοιας και η αϋπνία αποτελούν τις πιο συνήθεις διαταραχές του ύπνου, συγκεκριμένα εμφανίζονται στο γενικό πληθυσμό σε ποσοστά άνω του 15% σύμφωνα με την υπάρχουσα βιβλιογραφία.
Το σύνδρομο απνοιών-υποπνοιών κατά τον ύπνο (ΣΑΥΥ) είναι ένα σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενη πλήρη (άπνοια) ή μερική (υπόπνοια) διακοπή της αναπνοής κατά τον ύπνο.
Τα άτομα με ΣΑΥΥ αναφέρουν μη αναζωογονητικό ύπνο, ημερήσια υπνηλία και κόπωση, μειωμένη ποιότητα ζωής και συχνά η υπνική άπνοια συνδέεται με καρδιοαγγειακά-μεταβολικά νοσήματα και τροχαία-εργατικά ατυχήματα.
“Από την άλλη, η αϋπνία χαρακτηρίζεται από χρόνια δυσκολία στην έναρξη, τη διατήρηση του ύπνου ή από μη επιθυμητή πρώιμη αφύπνιση και αδυναμία συνέχισης του ύπνου. Όπως και στο ΣΑΥΥ, η αϋπνία έχει συνδεθεί με μειωμένη ποιότητα ζωής και σημαντική κοινωνική και επαγγελματική έκπτωση“, εξηγεί ο Χαράλαμπος Μερμίγκης, Πνευμονολόγος- ειδικός Ιατρός Ύπνου, αναφέροντας πως:
“Παρότι η αϋπνία αποτελεί μια διαταραχή του ύπνου, γίνεται περισσότερη κατανοητή ως μια διαταραχή του 24ώρου, καθώς τα άτομα εμφανίζουν και τη μέρα υψηλά ποσοστά στρες, άγχους και κόπωσης“.
Το σύνδρομο απνοιών-υποπνοιών κατά τον ύπνο και η αϋπνία συνυπάρχουν σε πολύ μεγάλο ποσοστό.
Μάλιστα το 1973 εντοπίστηκε για πρώτη φορά η υψηλή συσχέτιση των δύο διαταραχών από τον Christian Guilleminault και τους συνεργάτες του στην Κλινική Διαταραχών Ύπνου του Stanford University και δόθηκε ο ορισμός “Co-morbidinsomniaandsleepapnea (COMISA)”.
Μια πιο πρόσφατη μετα-ανάλυση των Zhang και συνεργατών (η οποία περιλαμβάνει 37 ερευνητικές μελέτες) δείχνει την αυξημένη συχνότητα συνύπαρξης της αϋπνίας και του ΣΑΥΥ.
Πιο συγκεκριμένα αναφέρει ότι το 35% των ασθενών με αυπνία έχει και υπνική άπνοια (29% ηπίου βαθμού και 38% μετρίου-σοβαρού βαθμού υπνική άπνοια) .
Θεραπευτική αντιμετώπιση
Η ενδεδειγμένη θεραπευτική αντιμετώπιση του ΣΑΥΥ είναι η εφαρμογή της αναπνευστικής συσκευής CPAP (γνωστή στον κόσμο και ως «μάσκα» καθότι περιλαμβάνει μια ρινική ή στοματο-ρινική προσωπίδα για την εφαρμογή θετικών πιέσεων στον ανώτερο αεραγωγό).
Μέσω της συνεχούς πίεσης αέρα, ο ανώτερος αεραγωγός παραμένει ανοιχτός κατά τον ύπνο και ακολούθως βελτιώνονται τα κλινικά συμπτώματα του ασθενούς.
Ωστόσο, η εφαρμογή της αναπνευστικής συσκευής κατά τον ύπνο δε γίνεται σε αρκετές περιπτώσεις ανεκτή από τους ασθενείς, με 29%-83% των ασθενών να χρησιμοποιούν τη μάσκα λιγότερο από 4 ώρες τη νύχτα.
Βέβαια, τα ποσοστά μη αποδοχής της μάσκας αυξάνονται στην περίπτωση που οι ασθενείς με ΣΑΥΥ εμφανίζουν συνυπάρχουσα αϋπνία.
Ψυχοθεραπευτική αντιμετώπιση
Στην παγκόσμια ερευνητική και κλινική κοινότητα της ιατρικής του ύπνου, φαίνεται πως έχει πια σημαντική θέση μια μη φαρμακευτική θεραπευτική αντιμετώπιση της αϋπνίας, συγκεκριμένα η Γνωσιακή-Συμπεριφορική Θεραπεία της αϋπνίας (Cognitive Behavioral Therapyforinsomnia-CBT-I).
H CBT-I είναι ένας τύπος ψυχοθεραπείας που περιλαμβάνει το πρωτόκολλο της αϋπνίας και έχει ως στόχο την αλλαγή του τρόπου σκέψης και συμπεριφοράς αναφορικά με τον ύπνο.
Το τελευταίο διάστημα έχουν γίνει αρκετές ερευνητικές μελέτες που εξετάζουν τη θετική επίδραση της Γνωσιακής Συμπεριφορικής Ψυχοθεραπείας στο σύνδρομο υπνικής άπνοιας. Μια πολύ σημαντική μελέτη δημοσιεύθηκε πριν λίγο καιρό και δείχνει την αποτελεσματικότητα της CBT-I σε ασθενείς με υπνική ανάγκη και ανάγκη χρήσης αναπνευστικής συσκευής CPAP κατά τον ύπνο.
Η μελέτη για την επίδραση της ψυχοθεραπείας
Η συγκεκριμένη μελέτη, περιλαμβάνει 145 ασθενείς με ΣΑΥΥ και συνοδό αϋπνία, οι οποίοι χωρίστηκαν τυχαιοποιημένα σε δύο ομάδες.
Στην μία ομάδα εφαρμόσθηκε Γνωσιακή Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία της αϋπνίας (CBT-I) τεσσάρων εβδομάδων και στην ομάδα ελέγχου έγινε η γενικά εφαρμοζόμενη πληροφόρηση της θεραπείας CPAP.
Η έναρξη εφαρμογής της αναπνευστικής συσκευής, έγινε περίπου τέσσερις εβδομάδες μετά την έναρξη ή μη γνωσιακής-συμπεριφορικής ψυχοθεραπείας για την αυπνία.
Σε χρονικό διάστημα έξι μηνών φάνηκε ότι η ομάδα που δέχθηκε τη CBT-I θεραπεία πριν την εφαρμογή CPAP είχε μεγαλύτερη αποδοχή της αναπνευστικής συσκευής κατά τον ύπνο έναντι της ομάδας ελέγχου.
Αποτελέσματα εφαρμογής ψυχοθεραπείας
-Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά τις ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις εκτός από την αύξηση της αποδοχής χρήσης της συσκευής CPAP, αυξήθηκε και ο χρόνος ύπνου κατά 60.7 λεπτά κάθε νύχτα.
–Βελτιώθηκαν άλλες αντικειμενικές παράμετροι βελτίωσης ύπνου όπως ο χρόνος εγρήγορσης μετά την έναρξη του ύπνου (wakeaftersleeponset, WASO).
–Επιπρόσθετα η αϋπνία στο σύνολό της παρουσίασε αισθητή βελτίωση σύμφωνα με τις απαντήσεις που δόθηκαν στο ερωτηματολόγιο αξιολόγησης βαρύτητας της αυπνίας, Insomnia Severity Index (ISI) στην ομάδα CBT-I (53.2%) έναντι της ομάδας ελέγχου (31,7%).
Η ομάδα που δέχθηκε CBT-I εξέφρασε πιο ορθές πεποιθήσεις και θέσεις για τον ύπνο έναντι της ομάδας ελέγχου σε διάστημα παρακολούθησης έξι μηνών.
Φαίνεται λοιπόν ότι η Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία για την αϋπνία αποκτά σημαντική θέση στην αντιμετώπιση της συνυπάρχουσας αϋπνίας στο σύνδρομο υπνικής άπνοιας, αλλά και στην αποδοχή της θεραπευτικής αντιμετώπισης του συνδρόμου με αναπνευστική συσκευή CPAP.