“Η συναισθηματική σεξουαλική κακοποίηση είναι μια σχετικά άγνωστη αλλά πολύ συνηθισμένη μορφή κακοποίησης. Δεν περιλαμβάνει ασέλγεια ούτε σωματική βία. Σπάνια αναγνωρίζεται από τους δράστες, από τα θύματα ή από τον περίγυρο ως κακοποίηση. Απεναντίας, ο κόσμος συνηθίζει να τη βλέπει ως «υπερβολική αγάπη» ή ότι «του έχει μεγάλη αδυναμία».
Οι συνέπειές της όμως είναι πολλές φορές εξίσου σοβαρές με αυτές της ασέλγειας, ενώ η βαθιά άρνηση που την περιβάλλει προκαλεί μεγάλη σύγχυση στο παιδί: το κάνει να μην εμπιστεύεται την ίδια του την πραγματικότητα.
Συναισθηματική (ή «κεκαλυμμένη») σεξουαλική κακοποίηση έχουμε όταν ο γονιός χρησιμοποιεί το παιδί ως συναισθηματικό σύντροφο. Ο γονιός δεν είναι εκεί για να καλύψει τις ανάγκες του παιδιού, αλλά το αντίστροφο.
Ο γονιός δεν καλύπτεται συναισθηματικά από τη σχέση του με τον σύντροφό του (είτε γιατί αυτός δεν υπάρχει είτε γιατί είναι συναισθηματικά απών είτε λόγω άλλων προβλημάτων) και για να γεμίσει τη δική του μοναξιά δίνει στο παιδί (συνήθως του αντίθετου φύλου) τον ξεχωριστό ρόλο του έμπιστου συντρόφου.
Υποκατάστατο σχέσης
– Ετσι, για παράδειγμα: Η μοναχική μητέρα μιλά συνέχεια στον γιο της για τα δικά της προβλήματα, για τη μοναξιά της, ακόμη και για την έλλειψη ερωτικής ικανοποίησης στη ζωή της.
– Ο πατέρας κάνει την κόρη του «μικρή πριγκίπισσα» και εκείνη τον συνοδεύει παντού, σχεδόν ως παρτενέρ.
– Η μητέρα κοιμάται μαζί με τον γιο της (ακόμη και σε ηλικία 7, 9 ή 11 ετών) με τη δικαιολογία ότι το παιδί φοβάται να κοιμηθεί μόνο του (ενώ στην πραγματικότητα εκείνη χρειάζεται ένα ζεστό σώμα δίπλα της).
– Ο πατέρας γίνεται πολύ αυστηρός με τις εξόδους της έφηβης κόρης «για να την προστατέψει», ενώ στην πραγματικότητα ζηλεύει τα φλερτ της.
– Η συναισθηματικά αιμομικτική μητέρα υπονομεύει σε σημείο χωρισμού την ερωτική σχέση του γιου με μια γυναίκα με την οποία είναι πραγματικά ερωτευμένος, καθώς απειλούνται η κυριαρχία της και η ικανοποίηση των δικών της αναγκών.
– Οταν ο έφηβος ή νεαρός ενήλικας επιθυμεί να αποδεσμευτεί, να φύγει από το σπίτι, ο γονιός τού επιτίθεται ότι «είναι αχάριστος, εγωιστής» ή απλώς «ότι θα πάθει η καρδιά μου…».
Ολες οι παραπάνω συμπεριφορές είναι κακοποιητικές και τραυματίζουν το παιδί. Ισως φουσκώνει το «εγώ» του παιδιού καθώς ο γονέας έχει εξιδανικεύσει το παιδί, το έχει βάλει στο βάθρο του ήρωα, του «σωτήρα» του. Αυτή η ιδιαίτερη θέση πληρώνεται, όμως, πολύ ακριβά. Το παιδί φέρει ταυτόχρονα μεγάλη ευθύνη και μια ψευδή αίσθηση παντοδυναμίας («εγώ μπορώ να καταστρέψω τη μητέρα μου ή να την κάνω ευτυχισμένη»).
Γεμίζει ενοχές, ντροπή, οργή και λύπη γιατί του κλάπηκε η παιδική ηλικία του, η ηλικία της ξεγνοιασιάς, όπου δεν χρειάζεται να ανησυχεί εκείνο για τους γονείς του. Νιώθει την εγκατάλειψη από τον αιμομικτικό γονιό γιατί, στην πραγματικότητα, «η υπερβολική αδυναμία» δεν αφορά καθόλου τις ανάγκες του παιδιού. Νιώθει εγκατάλειψη και από τον άλλο γονιό, ο οποίος συνήθως βολεύεται και δεν χρειάζεται να ασχοληθεί με τον ανικανοποίητο σύντροφο.
www.enet.gr