Η χειρουργική προσώπου είναι ιδιαίτερα δημοφιλής τα τελευταία χρόνια.
Άνδρες και γυναίκες που θέλουν ένα πιο νεανικό πρόσωπο ενδιαφέρονται όλο και περισσότερο για τη λιποπλαστική, τη μεταφορά δηλαδή λίπους στο πρόσωπο.
Η τεχνική αυτή είναι απλή και ιδιαίτερα αποτελεσματική με πολύ μικρή διάρκεια αποθεραπείας αλλά και εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Οι τεχνικές συλλογής και επεξεργασίας του λίπους έχουν βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια σε μεγάλο βαθμό με αποτέλεσμα η λιποπλαστική προσώπου να αποτελεί σήμερα επέμβαση ρουτίνας.
“Η έλλειψη τομών, η μικρή αποθεραπεία αλλά και τα πολύ φυσικά αποτελέσματα είναι τα βασικά κίνητρα για να επιλέξει κάποιος μια τέτοια επέμβαση.
Αποτελεί μια εναλλακτική λύση για όσους είναι επιφυλακτικοί με την χρήση ενέσιμων υλικών (fillers) και επιθυμούν μια πιο «βιολογική μέθοδο» “, επισημαίνει η κ. Ευανθία Μπέτση, Πλαστική Χειρουργός, Επικεφαλής ομάδας χειρουργών, τμήμα Πλαστικής και Επανορθωτικής Χειρουργικής Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center.
Με τη λιποπλαστική γεμίζουμε:
-τα κάτω βλέφαρα,
-τους κροτάφους,
-τα ζυγωματικά,
-τις λεπτές ρυτίδες στις παρειές ,αλλά και,
-στο οβάλ του προσώπου για ένα πιο αρμονικό περίγραμμα.
Τα αποτελέσματα είναι άμεσα ορατά και στις περισσότερες περιπτώσεις χωρίς καμία μελανιά.
“Ένα ποσοστό του λίπους απορροφάται κυρίως σε καπνιστές και χρειάζεται και μια δεύτερη εφαρμογή σε διάστημα 6 μηνών ως ένα έτος.
Η απορρόφηση του λίπους κυμαίνεται από 20-70% ανάλογα με το άτομο, την περιοχή έγχυσης αλλά και την τεχνική που θα ακολουθηθεί.
Ο όγκος που παραμένει 3 μήνες μετά από μια λιποπλαστική είναι και ο τελικός όγκος που κερδίζουμε δια βίου“, εξηγεί η Πλαστική Χειρουργός κ. Μπέτση.
Πολύ συχνά συνδυάζεται με άλλες χειρουργικές επεμβάσεις στο πρόσωπο όπως, η άνω και κάτω βλεφαροπλαστική αλλά και το facelift.
Αποκαθιστά τον χαμένο όγκο στο πρόσωπο και δίνει μια φρεσκάδα νεότητας.
“Είναι ένα σημαντικό εργαλείο που χρησιμοποιείται και για επανορθωτικούς λόγους όπως η ατροφία του προσώπου αλλά και η βελτίωση των ουλών.
Οι επιπλοκές της χειρουργικής αυτής παρέμβασης είναι ελάχιστες και περιορίζονται ακόμα περισσότερο με τη σωστή χειρουργική τεχνική“, καταλήγει η κ. Μπέτση.