Το να πάει ένα παιδί στο δωμάτιό του για να κοιμηθεί είναι, πολλές φορές, ένα βαρετό και όχι τόσο καλοδεχούμενο γεγονός. Είναι μία μοναχική πράξη και για ένα αγχώδες παιδί, μπορεί να γίνει κάτι πολύ τρομαχτικό. Σκοτεινές σκιές, μεγάλες και απειλητικές μορφές, είναι δυνατόν να γίνουν αντικείμενο φόβου και παράλογων ανησυχιών για το παιδί.
Υπάρχουν διάφορες μορφές διαταραχών ύπνου. Οι κυριότερες από αυτές είναι: 1) Οι ελάσσονες διαταραχές του ύπνου (παραμιλητό, αϋπνία, υπνοβασία, πρόωρο ή συχνό ξύπνημα, ανήσυχος ύπνος), 2) οι νυχτερινοί εφιάλτες, 3) οι ενύπνιοι τρόμοι, 4) ο φόβος για το σκοτάδι.
Τα προβλήματα του ύπνου κατά κανόνα εμφανίζονται μετά από διάφορα αγχογόνα γεγονότα, όπως ο αποχωρισμός του παιδιού από τη μητέρα που μπήκε στο νοσοκομείο, η αλλαγή σχολείου, η διαμονή του παιδιού μακριά από τους γονείς του, η γέννηση ενός αδελφού. Στις περιπτώσεις αυτές, το άγχος που βιώνει το παιδί εκδηλώνεται με διαταραχές του ύπνου.
Οι ελάσσονες διαταραχές του ύπνου τις περισσότερες φορές είναι αποτέλεσμα τόσο της υπερδιέγερσης στην οποία βρίσκεται το παιδί μετά από μία έντονη και θορυβώδη μέρα όσο και λανθασμένων χειρισμών εκ μέρους των γονέων. Προσεκτική εξέταση τέτοιων καταστάσεων αποκαλύπτει συχνά μία επίμονη προσπάθεια του γονέα να επιβάλλει στο παιδί τις δικές του προτιμήσεις για το ωράριο του ύπνου, χωρίς καμία προσπάθεια να συνεκτιμήσει τις ιδιαίτερες ανάγκες και τους ρυθμούς του δικού του παιδιού. Χρειάζεται λοιπόν να ζητείται από το παιδί να μένει ήρεμο στο κρεβάτι και να του δίνεται ο χρόνος που το ίδιο έχει ανάγκη για να εγκλιματιστεί και να ανταποκριθεί θετικά στο καθημερινό πρόγραμμα της οικογένειας.
Οι νυχτερινοί εφιάλτες συνήθως εμφανίζονται σε παιδιά που είχαν κάποιες εμπειρίες αποχωρισμού. Πάντως τα ενοχλητικά όνειρα επηρεάζουν το ένα τρίτο περίπου των παιδιών του δημοτικού σχολείου. Τα αγόρια σε σύγκριση με τα κορίτσια αυτής της ηλικίας βλέπουν περισσότερα τρομακτικά όνειρα που αφορούν κυρίως ληστές και διαρρήκτες. Η εικόνα του γέρου ή της γριάς είναι ο μεγαλύτερος τρόμος στα όνειρα τόσο των αγοριών όσο και των κοριτσιών. Τα ζώα είναι επίσης μια κοινή αιτία φόβου στα όνειρα των παιδιών. Γενικότερα, πάντως, έχει παρατηρηθεί ότι οι νυχτερινοί εφιάλτες μειώνονται καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν.
Ο ενύπνιος τρόμος δεν σχετίζεται με άλλες διαταραχές του ύπνου παρότι έχει παρόμοιο με αυτές ιστορικό άγχους, ανασφάλειας και τραυματικών εμπειριών. Ο ενύπνιος τρόμος έχει την εξής μορφή: το παιδί σε κάποια προχωρημένη ώρα τη νύχτα παίρνει μία παράξενη στάση κουλουριασμένο από το φόβο του ή πετιέται επάνω γεμάτο αγωνία ξεφωνίζοντας και καρφώνοντας τα μάτια του ανοιχτά σε κάτι μπροστά του, με το φόβο ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του. Δεν έχει ξυπνήσει τελείως, δεν αναγνωρίζει κανέναν και δεν ξέρει πού βρίσκεται. Το πρωί δε θυμάται τι συνέβη τη νύχτα.
Καθώς το άγχος φαίνεται να είναι κοινός παράγοντας στις περισσότερες περιπτώσεις διαταραχών του ύπνου και νυχτερινού εφιάλτη, ο γονέας πρέπει να φροντίσει όχι μόνο να καθησυχάσει το παιδί την ώρα που βλέπει το άσχημο όνειρο, αλλά κυρίως να το ανακουφίσει από τις εσωτερικές εντάσεις που γενικότερα εκείνο νιώθει. Αυτό που περισσότερο χρειάζεται είναι η παρατήρηση των ανησυχιών και των προβλημάτων που απασχολούν το παιδί στο σπίτι, στο σχολείο, στη σχέση του με τους ενηλίκους και τους συνομηλίκους του. Επίσης αν το περιεχόμενο των ονείρων είναι επαναλαμβανόμενο, αποτελεί σημαντική ένδειξη για την πηγή των φόβων του παιδιού. Αν όμως τα παιδιά υποφέρουν από σοβαρές και επίμονες διαταραχές του ύπνου πιθανότατα να αντιμετωπίζουν και άλλες ψυχολογικές δυσκολίες γι’ αυτό απαιτείται η βοήθεια του ειδικού.
Επίσης τα παιδιά φοβούνται το σκοτάδι, γεγονός που επιπλέον δημιουργεί προβλήματα στον βραδινό ύπνο. Τις περισσότερες φορές διαπιστώνεται ότι οι γονείς χωρίς να το καταλαβαίνουν είναι αυτοί που έχουν αναπτύξει το φόβο αυτό στα παιδιά. Το να μείνει κάποιο νεογέννητο μόνο του στο σκοτεινό δωμάτιο δεν αποτελεί για αυτό δυσάρεστη εμπειρία. Όταν όμως θα αισθανθεί τρομαγμένο από κάποιο όνειρο ή θα πεινάσει, τότε θα κλάψει.
Η μητέρα του, που θα το ακούσει, θα μπει στο δωμάτιό του, θα ανάψει το φως και θα αρχίσει να το παρηγορεί. Αυτή είναι μια κύρια περίπτωση κλασικής συνεξάρτησης όπου το σκοτάδι συνδέεται με τη δυσάρεστη κατάσταση (πείνα, εφιάλτης) και το φως με τη θετική ενίσχυση (στοργική μητέρα).
Πολλές φορές δε, παρατηρείται ένα παιδί να έχει μάθει να φοβάται το σκοτάδι από τρομαχτικές ιστορίες που του έχουν πει για φαντάσματα και ληστές. Σε αυτές τις περιπτώσεις η τιμωρία είναι εντελώς απρόσφορη. Δεν είναι δυνατόν με απειλές και τιμωρίες να εξαφανιστούν οι φόβοι του παιδιού. Μία αποτελεσματική προσέγγιση είναι να παραδεχτούμε πως είναι εντελώς φυσικό το παιδί να φοβάται το σκοτάδι ως κάτι άγνωστο και μυστηριώδες και να προσπαθήσουμε να τροποποιήσουμε την συμπεριφορά του χρησιμοποιώντας τεχνικές θετικής ενίσχυσης. Μπορούμε για παράδειγμα, να αφήσουμε το φως αναμμένο όταν πάει το παιδί να κοιμηθεί και να το σβήσουμε όταν το πάρει ο ύπνος ή να χρησιμοποιήσουμε μία φορητή λάμπα την οποία θα τοποθετήσουμε στο πάτωμα και θα μετακινούμε σταδιακά όλο και πιο μακριά κάθε βράδυ, προς την έξοδο του δωματίου μέχρι να την βγάλουμε οριστικά από το δωμάτιό του.
Εύα Ν. Τσώλη, Ψυχολόγος, εξειδίκευση στην αξιολόγηση και αποκατάσταση μαθησιακών δυσκολιών
evatsoli2@gmail.com