Το βασικό μήνυμα του webinar που πραγματοποίησε η Ελληνική Εταιρεία Αντιρευματικού Αγώνα μέσω της σελίδας της στο Facebook ήταν πως “υπάρχουν ασφαλείς και αποτελεσματικές θεραπείες για την αντιμετώπιση της Νεανικής Ιδιοπαθούς Αρθρίτιδας”.
Η Νεανική Ιδιοπαθής Αρθρίτιδα είναι νόσημα της παιδικής ηλικίας.
Προσβάλλει παιδιά ηλικίας ως 16 ετών και αποτελεί ένα από τα συχνότερα χρόνια νοσήματα της παιδικής ηλικίας.
Σήμερα υπάρχουν ασφαλείς και αποτελεσματικές θεραπείες για την αντιμετώπιση της Νεανικής Ιδιοπαθούς Αρθρίτιδας.
Η θεραπευτική παρέμβαση περιλαμβάνει την έγχυση κορτιζόνης τοπικά στην άρθρωση και τη συστηματική χορήγηση ανοσοτροποποιητικών φαρμάκων, φαρμάκων δηλαδή που παρεμβαίνουν, τροποποιώντας την πορεία της ίδιας της νόσου.
Κύριο εκπρόσωπο αποτελεί η μεθοτρεξάτη.
Χορηγείται είτε από το στόμα είτε σε ενέσιμη μορφή, υποδόρια.
Νεότερα φάρμακα είναι και οι βιολογικοί παράγοντες.
Ουσίες που ανταγωνίζονται παράγοντες της φλεγμονής και όταν κρίνονται απαραίτητοι, προσφέρουν σημαντικά στην αντιμετώπιση της νόσου και προλαμβάνουν σοβαρές για τα παιδιά επιπλοκές, άμεσες αλλά και απώτερες.
Άσκηση αντί φαρμακευτικής παρέμβασης
Σημαντικός είναι επίσης και ο ρόλος της μη φαρμακευτικής παρέμβασης, όπως της φυσικοθεραπείας, αλλά και της φυσικής δραστηριότητας και της άσκησης, όπως π.χ. το κολύμπι.
Η σωστή διατροφή αποτελεί πάντα σημαντική παράμετρο για τον αναπτυσσόμενο σκελετό.
Ο ρόλος του παιδορευματολόγου
Επισημαίνεται ιδιαίτερα ο ρόλος της συνεργασίας του παιδορευματολόγου με την οικογένεια καθώς και με το ίδιο το παιδί για την εξασφάλιση της εμπιστοσύνης και της συνεργασίας του.
“Η επικοινωνία και η συνεργασία του παιδορευματολόγου με τον παιδίατρο που παρακολουθεί το παιδί μόνο ωφέλιμη είναι για τον μικρό ασθενή”, ανέφερε η κ. Ρουμπίνη Σμέρλα, Παιδίατρος Παιδορευματολόγος, Ακαδημαϊκή Υπότροφος, Α΄ Παιδιατρική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία»
Παράγοντες που επηρεάζουν σημαντικά την ψυχολογία του παιδιού και της οικογένειας, όπως επεσήμανε ο κ. Δημήτρης Ρούκας, Ψυχίατρος-ψυχοθεραπευτής, είναι:
- Το επίπεδο της κινητικότητας –δραστηριότητας που προσβάλλεται
- Το πόσο εμφανής είναι η ασθένεια στους άλλους και το ενδεχόμενο ύπαρξης σωματικών παραμορφώσεων/ βαθμός επιβάρυνσης της εικόνας του σώματος
- Η συχνότητα, σοβαρότητα των εξετάσεων & της ιατρικής παρακολούθησης
- Η σοβαρότητα ιατρικών περιορισμών
- Η ηλικία εκδήλωσης της ασθένειας
- Η πορεία της ασθένειας (επιδείνωση, νοσηλείες)
- Η οικονομική επιβάρυνση της οικογένειας λόγω εκτεταμένων ιατρικών εξετάσεων/παρεμβάσεων.
“Οι αντιλήψεις της οικογένειας για την ασθένεια και ιδιαίτερα για το χρόνιο νόσημα είναι σημαντικό να διερευνώνται“, κατέληξε ο κ. Ρούκας.