Στη συζήτηση αναφορικά με την συνεπιμέλεια, στο πλαίσιο της αναμόρφωσης του Οικογενειακού Δικαίου, υπάρχει ο αυθαίρετος αντίλογος από μη ειδικούς, ότι η εναλλασσόμενη κατοικία θα επηρεάσει τη σταθερότητα στην ζωή του παιδιού, καθιστώντας το «περιφερόμενο μπαλάκι» μεταξύ των γονέων.
Ωστόσο, η σταθερότητα δεν έγκειται στον χώρο, έγκειται στα πρόσωπα των γονέων. Σταθερότητα είναι η συμμετοχή της μαμάς και του μπαμπά στην καθημερινότητα του παιδιού τους.
Το παιδί δεν συνδέεται με τον χώρο, αλλά χρειάζεται αγάπη, νοιάξιμο, φροντίδα, τη ζεστή ματιά κι αγκαλιά των γονέων του.
Ψυχική κατοικία και συνεπιμέλεια
Ο καθηγητής ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Ηλίας Κουρκούτας κάνει λόγο για «Ψυχική Κατοικία» του παιδιού, δηλαδή το παιδί κατοικεί στην ψυχή των γονιών του και «ξεσπιτώνεται» όταν κάποιος το αποκλείει από τον ένα γονέα του.
Στην καρδιά των γονιών τους κατοικούν τα παιδιά και η συναισθηματική τους σταθερότητα συνδέεται άμεσα με τα πρόσωπα των γονιών τους κι όχι με τα σπίτια και τα έπιπλα.
Η κατανομή του χρόνου του παιδιού στην μητρική και πατρική οικία αντίστοιχα, μόνο, ευεργετική επίδραση μπορεί να έχει στη ζωή του, καθώς, δεν θα διαταραχθεί η γονική σχέση και θα εξακολουθούν να υφίστανται οι συναισθηματικές σταθερές που, ήδη, έχουν διαμορφωθεί στη ζωή του, πριν από τον χωρισμό του ζευγαριού.
Επιπλέον, τα παιδιά προσαρμόζονται εύκολα στις αλλαγές και οι πιθανές «αρνητικές επιδράσεις των μετακινήσεων» σε καμία περίπτωση υπερτερούν της συναισθηματικής σταθερότητας στα πρόσωπα των γονέων και της γονικής σχέσης (Nielsen, 2018. Bergström, 2015, Κουρκούτας, 2021).
“Άλλωστε, η – έως σήμερα – νομολογιακή πρακτική ανάθεσης της επιμέλειας αποκλειστικά στον έναν γονέα (συνηθέστατα στη μητέρα) έχει ως αποτέλεσμα τα παιδιά να επαφίενται στην φροντίδα τρίτων προσώπων, συχνά ξένων προς αυτά (νταντά, ολοήμερο σχολείο, γείτονες, φίλους, συγγενείς), λόγω των αυξημένων εργασιακών υποχρεώσεων της σύγχρονης γυναίκας – μητέρας”, αναφέρει η Μαρία Καπερώνη -Κλινικός Ψυχολόγος Παιδιών & Εφήβων, ΜSc, ΑΠΘ, προσθέτοντας:
“Συνεπώς, τα παιδιά μεγαλώνουν περιφερόμενα σε διάφορα σπίτια και χώρους, αλλά, κατά το νομολογιακό έθιμο, δεν «επιτρέπεται» να διανυκτερεύουν στο σπίτι του πατέρα, και διακυβεύεται κατά αυτό τον τρόπο η συναισθηματική τους σταθερότητα που απορρέει από την πατρική σχέση“.
Η υπόθεση της βιοκοινωνικής υπεροχής της μητέρας
Κάθε παιδί χρειάζεται και τους δύο γονείς του – εννοείται με φυσική παρουσία – και σε επαρκή χρόνο.
Σύγχρονες μελέτες (Braver & Lamb, 2018) προσδιορίζουν τον αναφερόμενο χρόνο σε όχι λιγότερο από 35%, ιδανικά στο 50% του χρόνου του παιδιού (με διανυκτερεύσεις σε εναλλασσόμενη κατοικία).
Όσον αφορά στα μικρά παιδιά και βρέφη, το νομολογιακό καθεστώς, επικαλούμενο το αόριστο κι ατεκμηρίωτο δόγμα της βιοκοινωνικής υπεροχής της μητέρας, προτάσσει την μητέρα ως πρωταρχική φιγούρα παροχής φροντίδας, απαγορεύοντας την διανυκτέρευση του παιδιού στο σπίτι του πατέρα, ακόμη και στις περιπτώσεις που εκείνος ήταν ο βασικός φροντιστής του παιδιού (το τάιζε, το νανούριζε, το κοίμιζε), πριν από τον χωρισμό του ζευγαριού, ορίζοντας ελάχιστη επικοινωνία τριών (3) ωρών την εβδομάδα εν είδει επισκέψεων (ΕΛΨΕ, 2020).
Έτσι, τα τελευταία σαράντα (40) χρόνια, ολόκληρες γενεές βρεφών και νηπίων έχουν αποξενωθεί και δεν έχουν αναπτύξει ισχυρή σχέση με τον πατέρα τους, κάτι που έχει σημαντικότατες επιπτώσεις στην ομαλή ψυχοσυναισθηματική τους ανάπτυξη και ψυχική υγεία.
Η θεωρία της μονοτροπίας του Bowlby
Στενά συνδεδεμένη με την άποψη ότι τα βρέφη αρχικά δημιουργούν μία πρωταρχική σχέση προσκόλλησης, είναι η αντίληψη ότι αυτή η σχέση θα είναι η μητρική.
Όμως, πρόκειται για μία θεώρηση που δεν τυγχάνει υποστήριξης στην ερευνητική βιβλιογραφία.
H θεωρία της μονοτροπίας (monotropy), δηλαδή η έμφυτη ανάγκη του παιδιού να συνδεθεί με μια κύρια μορφή προσκόλλησης, αρχικά προτάθηκε από τον Bowlby, αργότερα, όμως, εγκαταλείφθηκε και δεν απέκλεισε τη δυνατότητα ύπαρξης άλλων μορφών προσκόλλησης για το παιδί (Bowlby, 1969).
Ο εξέχων παιδοψυχίατρος sir Michel Rutter (1979) έγραψε: «το επιχείρημα του Bowlby ήταν ότι η σχέση με την μητέρα διαφέρει από τις άλλες αναφορικά με τις ποιότητες προσκόλλησης που διαθέτει, ωστόσο, τα επιστημονικά δεδομένα αποδεικνύουν ότι αυτό δεν ισχύει».
Επιπροσθέτως, ο επιφανής ερευνητής σε θέματα προσκόλλησης, Everett Waters, διευκρίνισε σε συνέντευξή του: «Η αντίληψη ότι θα έπρεπε να υπάρχει μόνο μία φιγούρα προσκόλλησης δεν ήταν η άποψη του Bowlby τελικά».
Η ανταπόκριση των πατέρων στα βρέφη
Η συναισθηματική ανάπτυξη του βρέφους, συχνά, δεν εξαρτάται από τα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες ενός και μοναδικού δεσμού, καθώς, εκτός από την μητέρα, τα βρέφη αναπτύσσουν δεσμό και με τον πατέρα.
Γενικά, οι πατέρες ανταποκρίνονται όσο και οι μητέρες στα σήματα του βρέφους (Parke, 1981).
Αντιστοίχως, τα βρέφη μπορούν να δημιουργήσουν δεσμό και με τους πατέρες, βιώνοντας το ίδιο άγχος αποχωρισμού, όπως και με τις μητέρες τους (Hock & Lutz, 1998).
Επιπλέον, οι πατέρες που περνούν περισσότερο χρόνο φροντίζοντας τα παιδιά τους, σχηματίζουν ισχυρότατους δεσμούς με αυτά και τα βρέφη επωφελούνται (Ricks, 1985). Παράλληλα, πατέρες, οι οποίοι αλληλοεπιδρούν συχνά με τα βρέφη τους, ανταποκρίνονται στα σήματά τους και αποτελούν σημαντικές φιγούρες στον κόσμο των παιδιών τους, είναι πολύ πιθανό να εξελιχθούν σε σημαντικούς φορείς κοινωνικοποίησης.
Καθώς το παιδί μεγαλώνει, ο πατέρας αποτελεί ένα σημαντικό και θετικό πρότυπο προς μίμηση.
Αντίθετα, οι πατέρες που δεν είναι διαθέσιμοι για τα βρέφη τους, μετέπειτα, μπορεί να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην θεμελίωση ισχυρών συναισθηματικών σχέσεων.
Το άγχος αποχωρισμού
Σύμφωνα με την Αναπτυξιακή ψυχολόγο Mary Ainsworth (1967), η οποία εξέλιξε την θεωρία του Bowlby, τα βρέφη που έχουν μία σχετικά αποκλειστική σχέση με τον έναν γονέα, τείνουν να εκδηλώνουν περισσότερο έντονο φόβο προς τους ξένους και άγχος αποχωρισμού.
Επίσης, επιδεικνύουν τους φόβους αυτούς σε μικρότερη ηλικία, σε σύγκριση με τα βρέφη που δεν έχουν αποκλειστική σχέση με τον έναν από τους γονείς τους.
Ένα παιδί, το οποίο είναι συνεχώς με τον έναν γονέα του και κοιμάται στο ίδιο δωμάτιο. ή ακόμη και στο ίδιο κρεβάτι μαζί του, εκδηλώνει δραματικές και έντονες αντιδράσεις αποχωρισμού.
Αντίθετα, ένα παιδί που έχει περισσότερους από έναν ανθρώπους να το φροντίζουν από την γέννηση, τείνει να αποδέχεται τους ξένους ή τον αποχωρισμό με πολύ λιγότερο άγχος (Maccoby & Feldman, 1972).
Σχέδια ανατροφής για μικρά παιδιά
Προς επίρρωση, συλλήβδην, των παλαιότερων μελετών, έρχεται η έκθεση / ανασκόπηση – σταθμός της σχετικής βιβλιογραφίας, με θέμα: «Κοινωνική επιστήμη και σχέδια ανατροφής για μικρά παιδιά:
Μία αναφορά γενικής συναίνεσης» του κορυφαίου ερευνητή Warshak (2014) που δημοσιεύτηκε υπό την έγκριση του American Psychological Association και την οποία προσυπογράφουν 110 εξέχοντες διεθνείς ερευνητές – επιστήμονες του τομέα της Κλινικής και Αναπτυξιακής Ψυχολογίας, Παιδοψυχιατρικής, Ψυχιατρικής, Κοινωνιολογίας, Εκπαίδευσης και Συμβουλευτικής που έχουν εντρυφήσει – κυρίως – σε ζητήματα που αφορούν στην ανάπτυξη των παιδιών, την επιμέλεια, τα σχέδια ανατροφής και τα διαζύγια.
Στην έκθεση σημειώνονται συνοπτικά τα ακόλουθα συμπεράσματα:
–Προκειμένου να αναπτυχθεί υγιής σχέση γονέα – παιδιού και να έχει τα συνεπακόλουθα οφέλη, η κοινή ανατροφή θα έπρεπε να είναι ο κανόνας για τα παιδιά όλων των ηλικιών, περιλαμβανομένων και των βρεφών και νηπίων.
– Η αναπτυξιακή θεωρία των παιδιών και τα ερευνητικά δεδομένα δεικνύουν ότι τα βρέφη δημιουργούν προσκολλήσεις φυσιολογικά και με τους δύο γονείς τους και ότι η απουσία του ενός γονέα για μακρές χρονικές περιόδους, διακυβεύει την ασφάλεια αυτών των προσκολλήσεων.
Για να μεγιστοποιήσουμε τις πιθανότητες τα παιδιά να έχουν μία καλή και ασφαλή σχέση με κάθε γονέα, ενθαρρύνουμε και τους δύο (2) να αυξήσουν στο έπακρο τον χρόνο που περνούν με τα παιδιά τους.
Οι γονείς δεν έχουν κανέναν λόγο να ανησυχούν, εάν μοιράζονται την φροντίδα έως και 50/50, όταν αυτό είναι συμβατό με το πρόγραμμα του καθενός εξ’ αυτών.
Διανυκτερεύσεις παιδιών στη συνεπιμέλεια
–Η σχετική έρευνα με τις διανυκτερεύσεις των παιδιών και στην πατρική οικία τάσσεται υπέρ της νυχτερινής φροντίδας σε παιδιά κάτω των τεσσάρων (4) ετών από κάθε γονέα, αντί της διανυκτέρευσής τους κάθε βράδυ στο ίδιο σπίτι.
Αντίθετα τα σχέδια ανατροφής που προσφέρουν στον πατέρα δίωρα επαφής, δύο (2) ή τρεις (3) φορές την εβδομάδα, μπορεί να προκαλέσουν υπέρμετρη ένταση στις επαφές τους καθώς δεν ολοκληρώνεται η συνάντηση.
Οι διανυκτερεύσεις βοηθούν στην μείωση της έντασης που σχετίζεται με την βιασύνη της επιστροφής του παιδιού και δυνητικά βελτιώνουν την ποιότητα, την ικανοποίηση της επαφής τόσο για το παιδί, όσο και για τον πατέρα.
Επιπλέον, η διανυκτέρευση επιτρέπει στον πατέρα να συμμετέχει σε ευρύτερης έκτασης δραστηριότητες συναισθηματικού δεσίματος, όπως στις καθημερινές συνήθειες ύπνου, νανουρίσματος, παρηγοριάς όταν το παιδί ξυπνάει από εφιάλτη και τα λοιπά.
Οι διανυκτερεύσεις έχουν ένα επιπρόσθετο πλεονέκτημα, ότι το πρωί ο πατέρας μπορεί να «επιστρέψει» το παιδί στον παιδικό σταθμό, αποφεύγοντας έτσι την έκθεσή του σε εντάσεις που σχετίζονται με την απευθείας επαφή των γονέων.
– Δεδομένης της ευαλωτότητας των σχέσεων πατέρα – παιδιού και των μελετών, οι οποίες αναγνωρίζουν τις διανυκτερεύσεις ως προστατευτικό παράγοντα που σχετίζεται με την αυξημένη πατρική αφοσίωση στο μεγάλωμα του παιδιού, καθώς και με την μειωμένη συχνότητα στην παραίτηση πατεράδων, και δεδομένου ότι καμία μελέτη αποδεικνύει κάποιο καθαρό ρίσκο στις διανυκτερεύσεις, οι λήπτες αποφάσεων επιβάλλεται να αναγνωρίσουν πως η αποστέρηση των διανυκτερεύσεων με τους πατέρες από τα παιδιά θα μπορούσε να εκθέσει σε κίνδυνο την ποιότητα της αναπτυσσόμενης μεταξύ τους σχέσης.
Έρευνες με μεροληπτικές ερμηνείες
Οι έρευνες της McIntosh και συνεργατών (2010) και της Tornello και συνεργατών (2013) που στο παρελθόν επεσήμαναν κινδύνους με την κοινή φυσική επιμέλεια μικρών παιδιών κι έχουν χρησιμοποιηθεί κατά κόρον κατά της εναλλασσόμενης κατοικίας με την έννοια της μεροληπτικής ερμηνείας της έρευνας, έχουν πλήρως καταρριφθεί στην έκθεση του Warshak (2014), ως μεθοδολογικά μη έγκυρες καθώς και για αλλοίωση και για παραπλανητική χρήση δεδομένων από άλλου είδους έρευνες σε σχέση με την εναλλασσόμενη κατοικία στα βρέφη και τα νήπια, υποδεικνύοντας ότι τα συμπεράσματα βασίζονται περισσότερο σε ιδεολογικές μεροληψίες, παρά σε ακριβή επιστημονικά δεδομένα (ΕΛΨΕ,2020).
Προβληματική η αποκλειστική επιμέλεια
Η αποκοπή από την πατρική φιγούρα σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό ενέχει κινδύνους για μη ολοκληρωμένη ανάπτυξη (Amato & Dorius, 2010· East, Jackson & O’Brien, 2006· Κουρκούτας, 2001).
Η αναγνωρισμένη, διεθνώς, ψυχολόγος κι ερευνήτρια, Μ. Bergström, (2017) σε πρόσφατη έρευνά της που αφορά σε παιδιά ηλικίας (3-5 ετών), έδειξε ότι η εναλλασσόμενη κατοικία (με ίσο χρόνο διαμονής στο σπίτι κάθε γονέα) δεν σχετίζεται με περισσότερα ψυχολογικά προβλήματα / συμπτώματα στα παιδιά πρώιμης ηλικίας (3-5 ετών).
Αντίθετα, στην προσχολική ηλικία, η αποκλειστική επιμέλεια από τον έναν γονέα, ανεδείχθη σε στατιστικά σημαντικό παράγοντα που προβλέπει συναισθηματικά και συμπεριφορικά προβλήματα σε σύγκριση με την συνεπιμέλεια.
Στα ίδια συμπεράσματα κατέληξαν και δώδεκα (12) επιφανείς εμπειρογνώμονες σε συνέδριο στη Βοστώνη που αφορούσε θέματα επιμέλειας κι ανατροφής παιδιών με βάση την ανασκόπηση της σχετικής έρευνας/βιβλιογραφίας (Braver & Lamb, 2018).
“Συνεπώς, η συνεπιμέλεια με ίσο χρόνο κι εναλλασσόμενη κατοικία με διανυκτέρευση με τον πατέρα στα βρέφη και στα νήπια συνιστάται ανεπιφύλακτα από την ερευνητική βιβλιογραφία, καθώς εξασφαλίζεται η συναισθηματική σταθερότητα που απορρέει από την πατρική σχέση, και θα έχει σημαντικά οφέλη στην ψυχική υγεία κι ομαλή ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών”, καταλήγει η κ. Μαρία Καπερώνη.