Σοβαρό πρόβλημα υπογεννητικότητας, αντιμετωπίζει η χώρα μας, το οποίο σύμφωνα με τα όλα τα επιστημονικά δεδομένα, εντείνεται από το 2010 και μέχρι το 2040 θα είναι μη αναστρέψιμο.
Το πρόβλημα αυτό, σύμφωνα με το onmed.gr εάν το συνυπολογίσει κανείς στο ήδη σοβαρότατο οικονομικό ζήτημα που αντιμετωπίζει η χώρα μας τα τελευταία τέσσερα χρόνια, αντιλαμβανόμαστε ότι αποτελεί τσουνάμι κοινωνικής έκρηξης από το οποίο είναι δύσκολο να ξεφύγεις.
Στην Ελλάδα ο συντελεστής γονιμότητας παρουσίαζε ανοδική τάση από τις αρχές του αιώνα μέχρι το 2009. Από το 2010 και μετά άρχισε να καταρρέει.
Με τα υπάρχοντα δεδομένα, το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας αναμένεται να καταστεί μη αναστρέψιμο το 2040.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι το 2012 η Ελλάδα είδε περισσότερους θανάτους από ότι γεννήσεις, αφού ο ελληνικός πληθυσμός μειώθηκε κατά 60.500 με 100.400 γεννήσεις και 116.700 θανάτους. Παράλληλα, έφυγαν από την Ελλάδα προς άλλες χώρες 44.000 κάτοικοι.
Το καμπανάκι- για να μην πούμε την …θορυβώδη καμπάνα κρούει η Eurostat, κάνοντας ξεκάθαρη αναφορά στο γεγονός, ότι η υπογεννητικότητα, αποτελεί την κορυφή του παγόβουνου των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, με αποτέλεσμα να βρίσκεται στο ναδίρ το βιοτικό επίπεδο των ελλήνων.
Η πρόβλεψη της Eurostat, σύμφωνα με την οποία το 2050 το 32,1% του ελληνικού πληθυσμού θα έχει ηλικία μεγαλύτερη των 65 ετών, από 16,6% που ήταν το 2000, ακούγεται τρομακτική.
Μπορεί η Γηραιά Ήπειρος να εξελίσσεται στη… γηραιότερη του πλανήτη, τονίζει χαρακτηριστικά η Eurostat, ωστόσο ο πληθυσμός της αυξήθηκε κατά 2,2 τοις χιλίοις το 2012, τη στιγμή που στην Ελλάδα καταγράφεται δραματική μείωση της τάξης του 5,5 τοις χιλίοις.
Την ίδια ώρα ωστόσο, ο πληθυσμός στις οικονομικά εύρωστες χώρες αυξήθηκε.
Ειδικότερα, στο Λουξεμβούργο κατά 23 τοις χιλίοις, στη Σουηδία 7,7 και στη Μ. Βρετανία 6,2. Αντίθετα, τα Βαλκάνια και ο Νότος υποφέρουν: Στη Βουλγαρία η μείωση φτάνει στο 5,8, στην Ελλάδα στο 5,5 και στην Πορτογαλία στο 5,2.
Σε άλλη έρευνα που έγινε στην Ισπανία, τα στοιχεία έδειξαν ότι ο αριθμός των κατοίκων της θα έχει μειωθεί κατά 5 εκατ. στα επόμενα 40 χρόνια, με μείωση κατά 24% των γεννήσεων και αθρόα μετανάστευση προς άλλες χώρες για εύρεση εργασίας. Το 2021 προβλέπεται να υπάρχουν έξι συνταξιούχοι ή μαθητές για κάθε εργαζόμενο.
Ενώ, λοιπόν, ο πληθυσμός στην Ε.Ε. ξεπερνάει πλέον τα 505 εκατ., με περισσότερος γεννήσεις από θανάτους, στην Ελλάδα των 11,6 εκατ. συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο: Ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 60.500 το 2012, με 100.400 γεννήσεις και 116.700 θανάτους. Παράλληλα, έφυγαν από την Ελλάδα προς άλλες χώρες 44.000 κάτοικοι.
Οι φτωχές οικογένειες διστάζουν να φέρουν στον κόσμο ένα παιδί, με την Ελλάδα να έχει τον τρίτο χαμηλότερο δείκτη γεννητικότητας στην Ε.Ε. και να είναι παγκοσμίως στην 199η θέση επί 220 χωρών.
Επίσης, ένα άλλο σοβαρό πρόβλημα για την Ελλάδα, είναι ότι το νέο αίμα και ειδικότερα το άριστο και εξειδικευμένο επιστημονικό δυναμικό της, φεύγει προς το εξωτερικό, αανζητώντας όχι μόνο δουλειά, αλλά και καλλίτερες συνθήκες διαβίωσης,
Από το 2008 έως το 2011, εξάλλου, οι γεννήσεις στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 10%, καταγράφοντας πτώση – ρεκόρ για την ευρωζώνη! Σύμφωνα με τους επιστήμονες, σημαντικό ρόλο παίζουν η δυσκολία στην κύηση που αντιμετωπίζουν οι μέλλουσες μητέρες με το αυξανόμενο άγχος στα χρόνια της βαθιάς ύφεσης, η αύξηση των αμβλώσεων, η πλημμελής παρακολούθηση της εγκύου και η διαρκώς μειούμενη δυνατότητα πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας για ζευγάρια με προβλήματα υπογονιμότητας.
Με όλα αυτά τα δεδομένα, σε συνδυασμό με το προσδόκιμο ζωής, που παρουσιάζει σταθεροποιητικές τάσεις στα 79 χρόνια, η δημογραφική γήρανση αποτελεί μια κοινωνική βόμβα για την Ελλάδα, που θα την απειλεί τις επόμενες δεκαετίες.
Σ’ αυτές τις διαπιστώσεις φαίνεται να συμφωνεί και το γερμανικό ινστιτούτο Max Planck , με έρευνα που δημοσιεύθηκε για τη δεκαετία 2001-2011:
– Ο ρυθμός γεννήσεων στα 28 κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μειωνόταν ταχύτερα όποτε οι δείκτες της ανεργίας παρουσίαζαν αύξηση. Στα δυο πρώτα χρόνια της κρίσης υπήρξε επιβράδυνση στον ρυθμό γεννήσεων.
– Οι νέοι κάτω των 25 ετών αποφεύγουν να τεκνοποιήσουν όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με αυξανόμενη ανεργία.
Μια άλλη διάσταση στο πρόβλημα δίνεται από τη σύνδεση μεταξύ επιπέδου ανεργίας και επιπέδου διαβίωσης των ηλικιωμένων. Από έρευνα του ΟΟΣΑ προκύπτει ότι, όσο παραμένει σε υψηλά επίπεδα η ανεργία, που σπάει κάθε ρεκόρ στην Ελλάδα, τόσο μειώνονται οι εισφορές για την καταβολή αξιοπρεπών συντάξεων.
Όπως επισημαίνεται, «τα παιδιά που γεννιούνται σήμερα έχουν προσδόκιμο ζωής που αγγίζει τα 100 χρόνια, γι’ αυτό θα πρέπει να εργάζονται και να πληρώνουν συνταξιοδοτικές εισφορές μέχρι τουλάχιστον τα 70 τους!», με τη συνταξιοδότηση να γίνεται όλο και ακριβότερη για τα κράτη.