Πολύτιμες πληροφορίες για την κατάσταση της υγείας του εμβρύου δίνει η καρδιοτοκογραφία. Μια εξέταση, που πραγματοποιείται στο τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης και από τα αποτελέσματα της οποίας, ο γυναικολόγος μπορεί να διαπιστώσει τη φυσική κατάστασης του εμβρύου, την οξυγόνωση του εγκεφάλου καθώς και την ανάπτυξη του νευρικού του συστήματος.
Καρδιοτοκογραφία (NST)
H εξέταση αυτή πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια, συνήθως, του τρίτου τριμήνου της κύησης και μας εξασφαλίζει τον έλεγχο της φυσικής κατάστασης του εμβρύου, την οξυγόνωση του εγκεφάλου καθώς και την ανάπτυξη του νευρικού συστήματος του εμβρύου.
Η καρδιοτοκογραφία (non-stress test) αποτελεί την πλέον σύγχρονη μέθοδο καταγραφής εμβρυικού καρδιακού ρυθμού καθώς και της δραστηριότητας του μυομητρίου. Ενδείξεις για την εφαρμογή της καρδιοτοκογραφίας ηρεμίας (Non Stress Test) αποτελούν:
1) η υπολειπόμενη ανάπτυξη του εμβρύου,
2) η προεκλαμψία και η χρόνια υπέρταση,
3) ο σακχαρώδης διαβήτης,
4) η ελαττωμένη δραστηριότητα του εμβρύου,
5) η κύηση που διαρκεί πάνω από 40 εβδομάδες,
6) το ιστορικό ενδομητρίου θανάτου εμβρύου,
7) η >35 ετών ηλικία της μητέρας,
8) η διαπίστωση ελαττωμένων εμβρυικών κινήσεων και
9) η παρουσία άλλων παθολογικών καταστάσεων
Φυσιολογικό Καρδιοτοκογράφημα
βασική εμβρυική καρδιακή συχνότητα μεταξύ 110-160 παλμούς / λεπτό
εύρος διακύμανσης της εμβρυικής καρδιακής συχνότητας μεταξύ 5 και 25 παλμούς /λεπτό επιταχύνσεις της εμβρυικής καρδιακής συχνότητας, παρατηρούνται συχνά κατά τη διάρκεια του τοκετού
απουσία επιβραδύνσεων
Κατά την εξέταση αυτή, που διαρκεί περίπου 30 λεπτά, η έγκυος βρίσκεται σε κατάκλιση και συνδέεται με τις δύο κεφαλές του καρδιοτοκογράφου ως εξής: η μία κεφαλή εφάπτεται στο δέρμα στο άνω επίπεδο της κοιλιάς (στον πυθμένα της μήτρας) για να ανιχνεύει τις συστολές της μήτρας, ενώ η άλλη εφάπτεται στο σημείο καλύτερης ακρόασης των εμβρυικών καρδιακών παλμών. Έτσι συνάγουμε συμπεράσματα για το εάν το έμβρυο «νιώθει άνετα ή όχι» μέσα στη μήτρα.
Θεόδωρος Κολλάρος, Γυναικολόγος