Υπάρχει αυξανόμενη ανησυχία ότι οι γυναίκες που πάσχουν από ενδομητρίωση έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης κάποιων μορφών καρκίνου.
Παρόλο που υπάρχουν αναρίθμητες μελέτες για τη διερεύνηση της σχέσης μεταξύ της ενδομητρίωσης και του αυξημένου κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου ωστόσο όλες περιλαμβάνουν:
- Μικρό δείγμα ασθενών και συμμετοχή μη αντιπροσωπευτικού δείγματος ασθενών.
- Ελλιπή καταγραφή των λεπτομερών χαρακτηριστικών και των συμπτωμάτων της ενδομητρίωσης.
- Απουσία δεδομένων σχετικά με τα δημογραφικά στοιχείων των γυναικών, τον τρόπο ζωής, το περιβάλλον, το ιατρικό ιστορικό και τις προηγούμενες θεραπείας που να συσχετίζονται ή να επηρέασαν την ενδομητρίωση ή τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου.
Με λίγα λόγια η συσχέτιση της ενδομητρίωσης και του καρκίνου είναι περίπλοκη και η γνώση και η κατανόησή μας αυξάνεται και εξελίσσεται.
Οι πληροφορίες που μεταφέρουμε σε θέματα υγείας πρέπει είναι αντικειμενικές και όχι αποτέλεσμα συστηματικής καθοδήγησης της κοινής γνώμης στο πλαίσιο “προώθησης” μιας κοινωνίας κινδύνου.
Θεωρητικά όλες οι γυναίκες κινδυνεύουν από τον καρκίνο ενώ στατιστικά μια στις δέκα πάσχει από ενδομητρίωση.
Τα κρίσιμα ερωτήματα είναι: διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου οι γυναίκες με ενδομητρίωση; αν ναι, ποιες γυναίκες με ενδομητρίωση διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο;
Η ενδομητρίωση θεωρείτε «καλοήθης πάθηση» και δεν έχει καμία σχέση με καρκίνο. Παρόλα αυτά μοιράζεται μερικά γενικά χαρακτηριστικά με κακοήθεις όγκους, όπως μη φυσιολογική ανάπτυξη ιστού, γενετική βλάβη, επεκτατική-μεταστατική δράση, κα.
Οι περισσότερες γυναίκες με ενδομητρίωση (άνω του 98%) ΔΕΝ θα αναπτύξουν ποτέ καρκίνο των ωοθηκών. Ο κίνδυνος είναι τόσο χαμηλός και στις περισσότερες περιπτώσεις δεν συνίσταται καν προληπτικός έλεγχος.
Λανθασμένα επίσης συσχετίζονται η ενδομητρίωση και ο καρκίνος του μαστού. Ωστόσο και οι δύο παθήσεις εξαρτώνται από την ισορροπία των οιστρογόνων. Με βάση τα τρέχοντα στοιχεία, συσχέτιση μεταξύ της ενδομητρίωσης και του καρκίνου του μαστού δεν υπάρχει. Εκεί που χρειάζεται περισσότερη έρευνα είναι η εκτίμηση των επιπτώσεων που μπορεί να έχουν οι ορμονικές θεραπείες – και όχι μόνο η ίδια η ενδομητρίωση – στον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού.
Μελέτες για τον καρκίνο του ενδομητρίου και του τραχήλου της μήτρας βασίζονται σε πολύ μικρό αριθμό γυναικών. Παρόλα αυτά όλες αναφέρουν ότι δεν υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της ενδομητρίωσης και του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας ή του καρκίνου του ενδομητρίου. Εάν υπάρχει μια θεωρητικά ακόμα συσχέτιση είναι με κάποιες μορφές του καρκίνου των οωθηκών.
Πριν συνδεθεί η ενδομητρίωση με οποιοδήποτε τύπο καρκίνου θα πρέπει να διεξαχθούν περισσότερες και μεθοδολογικά επαρκείς μελέτες. Η έρευνα θα πρέπει να είναι μεγάλη και αρκετά λεπτομερής, με προηγμένες μεθόδους για να ληφθούν υπόψη οι αλληλεπιδράσεις των δεδομένων ώστε να τεκμηριωθεί εάν ο καρκίνος μπορεί να αποδοθεί:
- Στις παθολογικές μεταβολές που προκαλούνται από την ενδομητρίωση.
- Στις θεραπείες που χορηγούνται για τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης συμπεριλαμβανομένων και των αλλαγών στον τρόπο ζωής, τα χορηγούμενα φάρμακα για την αντιμετώπιση του χρόνιου πόνου.
- Στους κοινούς αιτιολογικούς παράγοντες ανάπτυξης της πάθησης όπως τα γονίδια, τα πρότυπα μεθυλίωσης, τα μη κωδικοποιημένα RNA, κα.
- Στην χρόνια και παρατεταμένη φλεγμονή η οποία παρατηρείτε ειδικά σε γυναίκες με σοβαρές μορφές ενδομητρίωσης.
«Πρέπει να ανακαλύψουμε τους διαφορετικούς τύπους ενδομητρίωσης και τι τους καθορίζει. Αυτό είναι κρίσιμο για τον προσδιορισμό της συσχέτισης των καρκίνων που βρέθηκαν να σχετίζονται με την ενδομητρίωση.»
Με αυτή τη γνώση θα καταφέρουμε να προσδιορίσουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια τον κίνδυνο και να αναπτύξουμε στοχοθετημένο έλεχγο και παρέμβαση. Αυτό θα ενισχύσει επίσης την κατανόησή μας για τη φυσιολογία που αποτελεί τη βάση αυτής της σχέσης με τον καρκίνο, η οποία είναι ζωτικής σημασίας για την ανακάλυψη αξιόπιστων τρόπων πρόληψης.