Σοβαρό θέμα τίθεται για την δημόσια υγεία, και στην χώρα μας μετά το πρόστιμο-μαμούθ των 500 εκατομμυρίων δολαρίων και τις καταδικαστικές αποφάσεις της αμερικανικής δικαιοσύνης για σωρεία κακουργημάτων, στην ινδική φαρμακοβιομηχανία γενόσημων Ranbaxy Laboratories Ltd, που παραδέχτηκε τη νοθεία των σκευασμάτων της, και δε συμμορφώθηκε.
Ο αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) προχώρησε σε καθολική απαγόρευση στις εισαγωγές των εν λόγω ινδικών γενόσημων, καθώς η Ranbaxy συνέχισε να μην τηρεί τις κατάλληλες προδιαγραφές ποιότητας και ασφάλειας στην παραγωγική διαδικασία.
Δύο επιθεωρήσεις στην κύρια παραγωγική μονάδα της Ranbaxy στην πόλη Μοχάλι στην Ινδία, εξακρίβωσαν πλημμελείς πρακτικές στην παραγωγή των γενόσημων, που έχουν να κάνουν με την ποιότητα των σκευασμάτων.
Το Σεπτέμβριο και Δεκέμβριο του 2012, ο FDA διαπίστωσε προβλήματα στη διαδικασία παραγωγής, που είχαν σαν αποτέλεσμα νοθευμένα σκευάσματα (ακόμα και ίχνη γυαλιού είχαν βρεθεί μέσα σε χάπια) ή γενόσημα που δεν τηρούσαν τη βιοϊσοδυναμία, σοβαρότατες παραβάσεις για τις οποίες μεταξύ άλλων και καταδικάστηκε.
Η Ranbaxy, όμως, δεν παρουσίασε στοιχεία ότι συμμορφώθηκε με τους κανόνες ασφαλείας και ότι προχώρησε σε ποιοτικές αλλαγές στις συνθήκες παραγωγής.
Για τις αμερικανικές αρχές πρόκειται για σοβαρό ζήτημα που απειλεί τη δημόσια υγεία, καθώς τα εν λόγω ινδικά γενόσημα κυκλοφορούσαν ευρέως στην αγορά των ΗΠΑ και οι πολίτες τα λάμβαναν για τη θεραπεία μεγάλης γκάμας παθήσεων, όπως τη νόσο του Αλτσχάιμερ, αλλά ακόμα και για αντιβιοτική δράση ή κατά της χοληστερίνης.
Τώρα που επιχειρείται αύξηση της χρήσης γενόσημων στο 60% μέχρι το τέλος τους έτους, μέσω της συνταγογράφησης δραστικής ουσίας,τίθεται το ερώτημα εάν η εταιρεία αυτή δραστηριοποιέιται και στην Ελλάδα, όπως και τι έλεγχοι πραγματοποιούνται για τα γενόσημα, και ποιός μας εξασφλίζει ότι δεν υπάρχουν και άλλες εταιρείες με παρόμοια συμπεριφορά που αδιαφορούν για την υγεία του “αναλώσιμου” Έλληνα πολίτη.