Η καθημερινή λήψη ασπιρίνης για διάστημα μόνο τριών ετών μπορεί να μειώσει σημαντικά, κατά ένα τέταρτο περίπου, τον κίνδυνο του καρκίνου, σύμφωνα με τρεις νέες επιστημονικές έρευνες, που δείχνουν ότι αρκεί μια χαμηλή δόση ασπιρίνης κάθε μέρα για να προλάβει την εμφάνιση καρκίνου ή ακόμα να εμποδίσει την εξάπλωσή του.
Οι μελέτες, με επικεφαλής τον καθηγητή κλινικής νευρολογίας Πίτερ Ρόθγουελ του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, που έκαναν τις σχετικές δημοσιεύσεις στα ιατρικά περιοδικά “The Lancet” και “The Lancet Oncology”, σύμφωνα με το BBC, τη Γκάρντιαν και τους Τάιμς της Ν.Υόρκης, επιβεβαιώνουν ότι η ασπιρίνη αποτελεί ισχυρό, αν και παραγνωρισμένο, όπλο κατά του καρκίνου.
Προηγούμενες έρευνες είχαν δείξει ότι η μακροπρόθεσμη χρήση ασπιρίνης, για περίπου δέκα χρόνια, μειώνει τον κίνδυνο διαφόρων μορφών καρκίνου, ιδίως του εντέρου, αλλά είχαν εκφραστεί ανησυχίες για τις πιθανές παρενέργειες από την τόσο μακρόχρονη κατανάλωση ασπιρίνης (π.χ. αιμορραγία στομάχου ή του εγκεφάλου).
Όμως, οι νέες έρευνες δείχνουν ότι η ευεργετική δράση της ασπιρίνης ισχύει τόσο για μικρές δόσεις (75 έως 300 mg), όσο και για πολύ μικρότερο διάστημα, μόλις τριών ετών. Συγκεκριμένα, η καθημερινή λήψη ασπιρίνης για τρία χρόνια φάνηκε να μειώνει κατά μέσο όρο κατά 23% τον κίνδυνο καρκίνου στους άνδρες και κατά 25% στις γυναίκες.
Ο κίνδυνος θανάτου από καρκίνο μειώθηκε κατά 15%, ενώ αν η καθημερινή λήψη της ασπιρίνης γίνεται για πάνω από πέντε χρόνια, τότε η μείωση του κινδύνου θανάτου είναι αρκετά μεγαλύτερη (37%). Ο κίνδυνος μειώνεται κι άλλο, αν η δόση της ασπιρίνης αυξηθεί.
Τα στοιχεία αυτά προέρχονται από 51 δοκιμές σε πάνω από 77.000 ανθρώπους που κινδύνευαν από εμφράγματα ή εγκεφαλικά. Η ασπιρίνη δρα ευεργετικά αραιώνοντας το αίμα και μειώνοντας την πιθανότητα θρόμβωσης στην κυκλοφορία του. Η έρευνα έδειξε ότι πιο μεγάλη είναι η προληπτική δράση της στον καρκίνο του οισοφάγου (μείωση 75%) και του εντέρου (μείωση έως 50%).
Η δεύτερη μελέτη έδειξε ότι η ασπιρίνη όχι μόνο δρα προληπτικά, αλλά επίσης κατασταλτικά, αφού φαίνεται να παρεμποδίζει την εξάπλωση του καρκίνου, δηλαδή τις μεταστάσεις σε άλλα όργανα, αυξάνοντας έτσι τις πιθανότητες επιβίωσης του ασθενούς. Η ασπιρίνη, σε ένα μέσο διάστημα 6,5 ετών, φάνηκε να μειώνει έως 48% το ποσοστό των καρκίνων που κάνουν μεταστάσεις, αντί να παραμένουν τοπικοί. Για τους ασθενείς που αρχικά είχαν διαγνωστεί με τοπικό καρκίνο, ο κίνδυνος κατοπινής μετάστασης μειώθηκε κατά 55% χάρη στην ασπιρίνη.
Οι ερευνητές δήλωσαν ότι η δυνατότητα της ασπιρίνης να παρεμποδίζει την μετάσταση είναι μοναδική και πολύ χρήσιμη στη θεραπευτική αγωγή. ”Έως τώρα κανένα φάρμακο δεν έχει δείξει ότι μειώνει τόσο τις μεταστάσεις, γεγονός που ανοίγει ένα τελείως νέο θεραπευτικό πεδίο”, δήλωσε ο καθηγητής Ρόθγουελ, ο οποίος τόνισε ότι πλέον πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη από τους γιατρούς η αντικαρκινική δράση της ασπιρίνης και όχι μόνο η ωφέλειά της για τα εμφράγματα ή τα εγκεφαλικά.
“Η νέα έρευνα δείχνει ότι το όφελος εναντίον του καρκίνου είναι εξίσου μεγάλο, αν όχι μεγαλύτερο, σε σχέση με το όφελος από την πρόληψη των εμφραγμάτων και των εγκεφαλικών”, πρόσθεσε ο βρετανός επιστήμων και συνέστησε στις αρμόδιες Αρχές να εισηγηθούν επισήμως πλέον την αξιοποίηση της ασπιρίνης στη μάχη κατά του καρκίνου.
Η ασπιρίνη χρησιμοποιήθηκε αρχικά ως αναλγητικό, καθώς έχει αντιφλεγμονώδη δράση. Ασαφείς παραμένουν ακόμα οι ωφέλειές της για τους υγιείς ανθρώπους.
Από την άλλη, όπως επισημαίνουν σε σχόλιο τους, επίσης στο περιοδικό “Lancet”, οι Αντριου Τσαν και Νάνσι Κουκ της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Χάρβαρντ, δύο μεγάλες κλινικές δοκιμές στις ΗΠΑ δεν κατάφεραν να δείξουν αντικαρκινικό όφελος από την λήψη ασπιρίνης μέρα παρά μέρα. Παρόλα αυτά, οι αμερικανοί επιστήμονες αναγνωρίζουν ότι η έρευνα των βρετανών συναδέλφων τους όντως “δείχνει πειστικά πως η ασπιρίνη φαίνεται να μειώνει τα περιστατικά καρκίνου και θανάτου”.