Οι γυναίκες οι οποίες έχουν υψηλά επίπεδα βιταμίνης D όταν διαγιγνώσκονται με καρκίνο του μαστού μπορεί να έχουν πολύ καλύτερη πρόγνωση απ’ ό,τι όσες έχουν ανεπάρκεια της βιταμίνης, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.
Είναι καλά τεκμηριωμένο ότι η βιταμίνη D παίζει σημαντικό ρόλο στην υγεία των οστών, αλλά ολοένα περισσότερες μελέτες συσχετίζουν τα χαμηλά επίπεδά της με αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης διαφόρων νοσημάτων.
Η νέα μελέτη υποδηλώνει ότι μπορεί να παίζει ρόλο και στην αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού – πιθανώς εμποδίζοντας την αναπαραγωγή και διεγείροντας τον θάνατο των καρκινικών κυττάρων.
Όπως γράφουν οι ερευνητές στην επιθεώρηση JAMA Oncology, υπέβαλλαν σε μέτρηση των επιπέδων βιταμίνης D σχεδόν 1.700 εθελόντριες που μόλις είχαν διαγνωστεί με καρκίνο του μαστού και παρακολούθησαν επί 96 μήνες την πορεία της υγείας τους.
Οι εθελόντριες είχαν ηλικία 46 έως 71 ετών (η μέση ηλικία ήταν 58,7 ετών) κατά την εποχή της διάγνωσης.
Τα χαμηλότερα επίπεδα της βιταμίνης είχαν οι γυναίκες με πιο προχωρημένους όγκους και ειδικά όσες δεν είχαν περάσει ακόμα την κλιμακτήριο και έπασχαν από τριπλά αρνητικό καρκίνο του μαστού.
Ανεξαρτήτως ηλικίας και τύπου καρκίνου, οι γυναίκες με τα υψηλότερα επίπεδα της βιταμίνης είχαν κατά 28% περισσότερες πιθανότητες επιβίωσης, αλλά τα οφέλη αυτά ήταν ακόμα ισχυρότερα στις προεμμηνοπαυσικές γυναίκες: αυτές είχαν 63% περισσότερες πιθανότητες επιβιώσεως, 48% λιγότερες πιθανότητες υποτροπής και 42% λιγότερες πιθανότητες να δουν τη νόσο τους να εξελίσσεται μακριά από την αρχική θέση του όγκου.
Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι «η επαρκής πρόσληψη βιταμίνης D σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο νοσηρότητας και θνησιμότητας από καρκίνο του μαστού», σημειώνουν οι ερευνητές στο άρθρο τους.
Καλές πηγές της βιταμίνης είναι η καθημερινή έκθεση για λίγα λεπτά στον ήλιο και η κατανάλωση λιπαρών ψαριών και τροφίμων εμπλουτισμένων με τη βιταμίνη.