Η ανάπτυξη της καρδιοχειρουργικής στηρίχθηκε στη χρήση της μηχανής εξωσωματικής κυκλοφορίας που συνδέεται στον ασθενή και υποκαθιστά την λειτουργία της καρδιάς και των πνευμόνων.
Με τον τρόπο αυτό γίνεται εφικτό να σταματήσουμε την λειτουργία της καρδιάς και να δουλέψουμε σε ένα αναίμακτο και ακίνητο χειρουργικό πεδίο.
Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και με την εξέλιξη της συγκεκριμένης τεχνικής, αλλά και με τη βοήθεια της τεχνολογίας, πάντοτε υπάρχει η πιθανότητα επιπλοκών που φθάνει το 2-8%.
“Εδώ και τουλάχιστον 20 χρόνια οι καρδιοχειρουργοί στη προσπάθεια τους να μειώσουν τις περιεγχειρητικές επιπλοκές, το χρόνο ανάρρωσης και να βελτιώσουν την θνητότητα, σκέφθηκαν να χειρουργούν πιο φυσιολογικά, xωρίς, δηλαδή τη χρήση της μηχανής εξωσωματικής κυκλοφορίας (κάτι που θεωρείται η κύρια αιτία αυτών των επιπλοκών), αλλά κυρίως, χωρίς να σταματούν την καρδιά“, αναφέρει ο κ. Βασίλειος Ν. Κωτσής, MD, Καρδιοχειρουργός, Διευθυντής Καρδιοχειρουργικής Κλινικής και Κέντρου Χειρουργικής Πάλλουσας Καρδιάς του Ιατρικού Κέντρου Αθηνών.
Ειδικά στη χειρουργική των στεφανιαίων αγγείων (αγγεία που αιματώνουν την ίδια την καρδιά και βρίσκονται στην επιφάνεια της) αυτό είναι απόλυτα εφικτό.
Σε περιπτώσεις στενώσεων αυτών των αγγείων, η ενδεικνυόμενη επέμβαση είναι η παράκαμψη των στενώσεων αυτών.
Η παράκαμψη αυτή των στεφανιαίων αγγείων, το γνωστό σε όλους μας bypass, μπορεί να γίνει με απόλυτη επιτυχία μόνο από εξειδικευμένους στην τεχνική αυτή καρδιοχειρουργούς.
Χειρουργική στεφανιαίων αγγείων με πάλλουσα καρδιά -Τεχνική:
“Με εξελιγμένα χειρουργικά εργαλεία που ονομάζονται σταθεροποιητές, διατηρούμε ακίνητα τα τμήματα και τα αγγεία της καρδιάς που θέλουμε να επαναιματώσουμε και με προπαρασκευασμένα μοσχεύματα που παίρνουμε από τον ίδιο τον ασθενή παρακάμπτουμε τις στενώσεις που έχουν δημιουργηθεί από τη στεφανιαία νόσο και δίνουμε αίμα στην περιφέρεια του αγγείου.
Με άλλα λόγια, αποκαθιστούμε την αιμάτωση του“, εξηγεί ο κ. Κωτσής.
Έχει αποδειχθεί με πολυκεντρικές μελέτες ότι είναι μειωμένος ο χρόνος χειρουργείου, η ανάγκη για μετάγγιση αίματος, καθώς και η παραμονή στη ΜΕΘ και στο νοσοκομείο.
Ο ασθενής κινητοποιείται άμεσα την πρώτη μετεγχειρητική ημέρα και οι επιπλοκές στο αναπνευστικό σύστημα τους νεφρούς και τον εγκέφαλο ελαχιστοποιούνται καθώς και οι λοιμώξεις, οι αρρυθμίες και οι νευρολογικές διαταραχές.
Οφέλη για τον ασθενή:
Αξίζει να σημειωθεί ότι εκείνοι που ωφελούνται περισσότερο από την τεχνική αυτή, είναι κυρίως οι ασθενείς υψηλού χειρουργικού κινδύνου, με χαμηλό κλάσμα εξώθησης με ή χωρίς ισχαιμία.
Έχει αποδειχθεί ότι όσο υψηλότερου κινδύνου είναι οι ασθενείς, τόσο καλύτερα είναι τα αποτελέσματα της επέμβασης.
Το ίδιο ισχύει και για:
-τους μεγαλύτερους των 75 ετών,
-αυτούς που πάσχουν από αθηρωματική αορτή,
-ΧΑΠ,
-οι διαβητικοί,
-οι νεφροπαθείς, καθώς και,
-οι ασθενείς οι οποίοι βρίσκονται σε αντιαιμοπεταλλιακή αγωγή,
=οι ασθενείς με περιφερική αγγειοπάθεια και κυρίως,
=όσοι δεν δέχονται μετάγγιση αίματος και όσοι υπόκεινται σε επανεπεμβάσεις.
Εξειδίκευση και Οργανωμένες Νοσοκομειακές δομές:
Οι επεμβάσεις χειρουργικής στεφανιαίων αγγείων με πάλλουσα καρδιά απαιτούν εξειδίκευση και αφοσίωση, σύγχρονο νοσοκομειακό υλικοτεχνικό εξοπλισμό και συνεργασία χειρουργών και αναισθησιολόγων.
“Τα τελευταία 20 χρόνια η ιατρική μας ομάδα έχει εξελίξει, σε μεγάλο βαθμό, τη συγκεκριμένη μέθοδο ώστε να εκτελούμε περισσότερο από το 99% των περιστατικών, χωρίς να χρησιμοποιούμε την μηχανή εξωσωματικής κυκλοφορίας, πάρα μόνο όταν το έχουμε προγραμματίσει, σε περιστατικά με ισχαιμία ή μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου αλλά και πάλι χωρίς να σταματάμε την καρδιά“, σημειώνει ο κ. Κωτσής, προσθέτοντας:
“Στο Κέντρο Χειρουργικής Πάλλουσας Καρδιάς του Ιατρικού Κέντρου Αθηνών, ο συνδυασμός της τεχνικής αυτής αλλά και η πιστή εφαρμογή των επίσημων κατευθυντήριων οδηγιών των διεθνών καρδιοχειρουργικών εταιριών για χρήση αρτηριακών μοσχευμάτων (δύο μαστικών κυρίως αρτηριών) και αποφυγή χειρισμών στην αορτή, έχει οδηγήσει σε εξαιρετικά αποτελέσματα”.
Η καθημερινή ενημέρωση για νέες τεχνολογίες και υλικά, σε συνδυασμό με τις συνεχείς επενδύσεις του Ομίλου Ιατρικού Αθηνών σε βιοϊατρικό εξοπλισμό, αλλά και τα εξαιρετικά αποτελέσματα της ομάδας μας, καθιστούν το κέντρο μας, μοναδικό.
“Παράλληλα, και μέσα από τη συνεργασία της Διεπιστημονικής Ομάδας είμαστε σε θέση να προσφέρουμε την πλέον εξατομικευμένη, αντιμετώπιση για κάθε περίπτωση, όσο σύμπλοκη και αν είναι“, καταλήγει ο κ. Κωτσής.