Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις μίας νέας έρευνας από το Πανεπιστήμιο Επιστημών και Τεχνολογίας του Χονγκ Κονγκ (HKUST) και το Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης, τα Τ λεμφοκύτταρα, ένα από τα σημαντικότερα όπλα του οργανισμού στη μάχη κατά της COVID-19, είναι αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση του στελέχους Όμικρον, παρά το σημαντικό αριθμό μεταλλάξεων στο στέλεχος αυτό.
Τα Τ λεμφοκύτταρα που έχουν παραχθεί είτε μέσω του εμβολιασμού είτε μέσω λοίμωξης με προηγούμενα στελέχη της πανδημίας, έχει αποδειχθεί ότι προστατεύουν από τη σοβαρή νόσο καταστρέφοντας τα κύτταρα που έχουν μολυνθεί με τον ιό, βοηθώντας παράλληλα και σε άλλες λειτουργίες του ανοσοποιητικού συστήματος.
Πρώιμα δεδομένα έχουν δείξει ότι το στέλεχος Όμικρον (το οποίο αναμένεται άμεσα να εξελιχθεί σε κυρίαρχο στέλεχος της πανδημίας) μπορεί να αποφύγει την εξουδετέρωση από τα αντισώματα των εμβολίων ή της φυσικής λοίμωξης, γεγονός που δημιουργεί ανησυχία σχετικά με τον κίνδυνο μόλυνσης τόσο σε εμβολιασμένα άτομα, όσο και σε ασθενείς με ιστορικό COVID-19.
Στην έρευνα που δημοσιεύτηκε πριν λίγες ημέρες στο επιστημονικό περιοδικό Viruses, οι επιστήμονες ανέλυσαν περισσότερα από 1.500 τμήματα πρωτεϊνών του SARS-CoV-2 (επιτόπους), τα οποία αναγνωρίζονται από τα Τ λεμφοκύτταρα που παράγονται μετά τη νόσηση ή τον εμβολιασμό.
Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης δείχνουν ότι το στέλεχος Όμικρον κατά πάσα πιθανότητα δεν μπορεί να αποφύγει την εξουδετέρωση από τα Τ λεμφοκύτταρα, παρατήρηση η οποία επιβεβαιώνεται και από άλλες μελέτες με το ίδιο τελικό σημείο ανά τον κόσμο.
«Οι παρατηρήσεις της μελέτης μας είναι ιδιαίτερα θετικές. Ακόμα κι αν αποδειχθεί ότι το στέλεχος Όμικρον (ή κάποιο άλλο στέλεχος που θα εμφανιστεί στο μέλλον), μπορεί να αποφύγει την εξουδετέρωση από τα αντισώματα, τότε θα μπορούμε να βασιστούμε στην απόκριση των Τ λεμφοκυττάρων για να προστατευτούμε από τα σοβαρά συμπτώματα της νόσου», ανέφερε ο Matthew McKay από το Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης, επικεφαλής της παρούσας έρευνας.
Αυτή τη στιγμή το πιο ανησυχητικό χαρακτηριστικό του στελέχους Όμικρον είναι ο μεγάλος αριθμός μεταλλάξεων που φέρει στην πρωτεΐνη ακίδα, η οποία αποτελεί και το στόχο των εμβολίων.
Η πρωτεΐνη ακίδα επιτρέπει στον ιό να προσκολληθεί και να μολύνει τα κύτταρα του ανθρώπου.
Τα εμβόλια που κυκλοφορούν σήμερα προκαλούν παραγωγή εξουδετερωτικών αντισωμάτων που παρεμβαίνουν στον παραπάνω μηχανισμό, ωστόσο πρώιμα δεδομένα έχουν δείξει ότι η αποτελεσματικότητα των αντισωμάτων αυτών είναι μειωμένη ενάντια στο στέλεχος Όμικρον.
Αναλύοντας επιτόπου της πρωτεΐνης ακίδας του ιού που αναγνωρίζονται από τα Τ λεμφοκύτταρα σε εμβολιασμένα ή άτομα με ιστορικό COVID-19, οι επιστήμονες της παρούσας μελέτης διαπίστωσαν ότι μόλις το 20% των παραπάνω επιτόπων είχαν μεταλλάξεις στο στέλεχος Όμικρον.
Ωστόσο, ακόμα και οι περιοχές που είχαν μεταλλάξεις μπορούσαν και πάλι να αναγνωριστούν από τα Τ λεμφοκύτταρα στους ασθενείς.
«Περαιτέρω αναλύσεις που κάναμε έδειξαν ότι, ακόμα και οι επίτοποι που έχουν μεταλλαχθεί στο στέλεχος Όμικρον, μπορούν να αναγνωριστούν από τα Τ λεμφοκύτταρα.
Το γεγονός αυτό δείχνει ότι η πιθανότητα του στελέχους Όμικρον να μπορεί να αποφύγει την εξουδετέρωση από τα Τ λεμφοκύτταρα είναι εξαιρετικά χαμηλή», αναφέρουν οι συγγραφείς.
Αν και η έρευνα επικεντρώθηκε κυρίως στην πρωτεΐνη ακίδα του ιού, οι επιστήμονες εξέτασαν και άλλες πρωτεΐνες του SARS-CoV-2.
Όπως παρατήρησαν, περίπου το 97% των πρωτεϊνών αυτών στο στέλεχος Όμικρον αναγνωρίζονται επίσης από τα Τ λεμφοκύτταρα.
«Οι παρατηρήσεις μας δείχνουν ότι η πιθανότητα το στέλεχος Όμικρον να μπορεί να διαφύγει την εξουδετέρωση από τα Τ λεμφοκύτταρα είναι πολύ χαμηλή.
Με βάση τα δεδομένα της μελέτης μας, η απόκριση των Τ λεμφοκυττάρων από τα εμβόλια ή το ιστορικό COVID-19 θα μπορεί να προστατεύσει από τη σοβαρή νόσο και με το στέλεχος Όμικρον», καταλήγει η μελέτη.