Για να αντιμετωπιστεί η πανδημία του COVID-19 πάνω από 20 ειδικοί συγκεντρώθηκαν για να προετοιμάσουν τη μελλοντική κατάσταση στην Ευρώπη, και δημοσίευσαν τα δεδομένα στο διεθνές περιοδικό «The Lancet».
Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Πάνος Μαλανδράκης, Γιάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τη σχετική δημοσίευση.
Με βάση τη μείωση των κρουσμάτων την περασμένη άνοιξη πολλές χώρες χαλάρωσαν τα μέτρα πρόληψης που ίσχυαν έως τότε.
Η επέλαση του νεότερου κύματος όμως με το κατά πολύ μεταδοτικότερο στέλεχος Δέλτα αλλάζει τα δεδομένα αυτά.
Ακόμα και οι εμβολιασμένοι μπορούν να μεταδώσουν ως ένα βαθμό τον ιό, αλλά ο εμβολιασμός παρέχει ασφάλεια έναντι στη σοβαρή λοίμωξη.
Η ανάγκη για την επικοινωνία μεταξύ των κρατών τώρα που ξεκινούν ξανά τα ταξίδια, ανοίγουν τα σχολεία και επιστρέφουμε σταδιακά στην κανονικότητα είναι επιτακτική μιας και η κατάσταση σε κάθε χώρα είναι ελαφρώς διαφορετική.
Οι δύο προοπτικές και οι προκλήσεις
Υπάρχουν δύο διαφορετικές προοπτικές για την ευρωπαϊκή πολιτική:
–η ταχεία άρση των μέτρων υποθέτοντας ότι ο συνδυασμός του εμβολιασμού μεγάλου τμήματος του πληθυσμού και της προηγούμενης λοίμωξης πολλών ατόμων θα αρκεί για να μην κορεστεί το σύστημα υγείας, ή,
–η άρση των μέτρων σταδιακά με την πρόοδο του εμβολιασμού.
Η επίπτωση νέων κρουσμάτων στην πρώτη στρατηγική είναι μερικές εκατοντάδες ανά 100000 πληθυσμού, ενώ με τη δεύτερη θα είναι κάτω από 100, όπως υπολογίζεται μέσα από μαθηματικά μοντέλα.
Η εφαρμογή σε ορισμένες χώρες μέτρων καραντίνας ή τεστ για την διεθνή μετακίνηση δυσχεραίνει τη διεθνή αλληλεπίδραση, αλλά η υψηλή επίπτωση κρουσμάτων σε μία χώρα μπορεί να διακινδυνεύσει την ασφάλεια σε μία γειτονική χώρα.
Η έκδοση ενός ψηφιακού COVID πιστοποιητικού για την Ευρωπαϊκή Ένωση για εμβολιασμένους έχει ως στόχο να διευκολύνει την διακρατική επικοινωνία.
Η υψηλή επίπτωση νέων κρουσμάτων μπορεί να επηρεάσει το ασφαλές άνοιγμα των σχολείων, τη θνητότητα και τη νοσηρότητα και τον αριθμό του προσωπικού στο εργασιακό περιβάλλον.
Τα ανεπαρκή νούμερα εμβολιασμού σε κάποιες χώρες καθιστούν επίφοβη την υψηλή επίπτωση νέων κρουσμάτων, και ο σκεπτικισμός σχετικά με τον εμβολιασμό παιδιών και εφήβων είναι ένας επιπλέον παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη.
Για να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των μέτρων πρέπει να ξεπεραστούν τρείς επιπλέον προκλήσεις:
-η πρόσβαση στο εμβόλιο και η κάμψη της διστακτικότητας,
-η λάθος αντίληψη ότι παρά την αυξημένη επίπτωση μπορούν να αρθούν τα μέτρα πρόληψης, και,
-η έλλειψη μίας κοινής λογικής για την αντιμετώπιση της πανδημίας και επικοινωνιακής πολιτικής στην Ευρώπη.
Όσο τα εμβόλια παραμένουν αποτελεσματικά ενάντια στα νέα στελέχη που αναδύονται, το τέλος της πανδημίας είναι ένα εφικτό σενάριο με την επίτευξη υψηλών ποσοστών εμβολιασμού, αλλά ως τότε η Ευρώπη καλείται να ελαχιστοποιήσει τις οικονομικές και τις κοινωνικές επιπτώσεις.