Τόσο ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων, όσο και το Medicines and Healthcare Products Regulatory Agency της Μεγάλης Βρετανίας κατέληξαν ότι το εμβόλιο της AstraZeneca συνδέεται με μία σπάνια μορφή θρομβώσεων.
Ωστόσο, οι χώρες της ΕΕ αντέδρασαν με διαφορετικό τρόπο στο παραπάνω συμπέρασμα.
Η Δανία, για παράδειγμα, σταμάτησε εντελώς τη χορήγηση του εμβολίου.
Στη Γερμανία, το εμβόλιο χορηγείται μόνο σε άτομα ηλικίας άνω των 60, ενώ στη Γαλλία τα άτομα ηλικίας κάτω των 55 που έκαναν την 1η δόση του εμβολίου της AstraZeneca, θα κάνουν 2η δόση από άλλο εμβόλιο.
Στη Μεγάλη Βρετανία, το υπουργείο υγείας αποφάσισε ότι μόνο τα άτομα κάτω των 30 ετών θα κάνουν άλλα εμβόλια και στις μεγαλύτερες ηλικίες το εμβόλιο θα χορηγείται κανονικά.
Όπως βλέπουμε, οι παραπάνω προσεγγίσεις είναι πολύ διαφορετικές μεταξύ τους.
Πόσο επικίνδυνο είναι τελικά το εμβόλιο;
“Δυστυχώς δεν είναι εύκολο να δώσουμε μία σαφή απάντηση και αυτό μπορεί να εξηγήσει σε κάποιο βαθμό γιατί κάθε χώρα επέλεξε διαφορετική προσέγγιση στη χορήγηση του εμβολίου“, εκτιμά ο κ. Αντώνιος Δημητρακόπουλος Διευθυντής Γ’ Παθολογικής Κλινικής Ερρίκος Ντυνάν Hospital
Εκτιμώντας τον πραγματικό κίνδυνο
Αυτή τη στιγμή δύο διαταραχές της πηκτικότητας έχουν συνδεθεί με το εμβόλιο της AstraZeneca:
-η θρόμβωση των φλεβωδών κόλπων του εγκεφάλου (CVST) και,
-η σπλαγχνική φλεβοθρόμβωση (SVT).
Και οι δύο παραπάνω νόσοι εμφανίζονται σε συνδυασμό με χαμηλά επίπεδα αιμοπεταλίων (θρομβοκυτταροπενία).
Προκειμένου να διαπιστώσουμε αν οι ασθενείς που εμβολιάζονται διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν τις παραπάνω επιπλοκές θα πρέπει να εξετάσουμε συγκριτικά τα ποσοστά τους με αυτά που εμφανίζονται στο γενικό πληθυσμό.
Τι έχουν δείξει, λοιπόν, τα δεδομένα μέχρι σήμερα;
Από το Δεκέμβριο μέχρι τις 4 Απριλίου χορηγήθηκαν συνολικά 34 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου της AstraZeneca στην Ευρώπη και εμφανίστηκαν 169 περιστατικά CVST και 53 περιστατικά SVT.
Στη Μεγάλη Βρετανία, μέχρι τα τέλη Μαρτίου είχαν χορηγηθεί 20 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου σε ασθενείς με αποτέλεσμα να εμφανιστούν 54 περιστατικά CVST και 25 περιστατικά SVT.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι εμφανίζεται 1 περιστατικό CVST ανά 240.000 δόσεις και 1 περιστατικό SVT ανά 690.000 δόσεις.
Η συχνότητα του CVST στο γενικό πληθυσμό σύμφωνα με τις παρούσες εκτιμήσεις είναι περίπου 1 περιστατικό ανά 200.000 άτομα ετησίως.
Καθώς το εμβόλιο χορηγείται μόνο εδώ και μερικούς μήνες, τα παραπάνω δεδομένα ουσιαστικά επιβεβαιώνουν ότι πράγματι συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο της επιπλοκής αυτής.
“Για να καταλάβουμε καλύτερα το παραπάνω γεγονός, ας εξετάσουμε το εξής παράδειγμα: έστω ότι κάθε άτομο στην Ιρλανδία (πληθυσμός 5 εκατομμύρια) κάνει το εμβόλιο της AstraZeneca. Αυτό σημαίνει ότι θα εμφανιστούν συνολικά 21 περιστατικά CVST.
Αυτά θα προστεθούν στα 25 περιστατικά που θα περιμέναμε τυπικά, αν δεν είχε εμβολιαστεί κανένας. Καταλαβαίνουμε, επομένως ότι ο κίνδυνος είναι πολύ χαμηλός“, αναφέρει ο κ. Δημητρακόπουλος, προσθέτοντας:
Ωστόσο, η σύγκριση συχνοτήτων δεν οδηγεί πάντοτε σε σωστά συμπεράσματα, επομένως είναι προτιμότερο να αποφεύγεται.
Αρχικά, το CVST που εμφανίζεται μετά τον εμβολιασμό σχεδόν πάντοτε συνυπάρχει με χαμηλά επίπεδα αιμοπεταλίων.
Η επιπλοκή αυτή έχει πλέον ονομαστεί VITT (vaccine-induced immune thrombotic thrombocytopenia).
Το CVST τυπικά δεν σχετίζεται με αυτοάνοση θρομβοκυτταροπενία.
“Αυτό σημαίνει ότι το CVST που εμφανίζεται μετά τον εμβολιασμό δεν θα πρέπει πιθανώς να ταυτίζεται με αυτό που εμφανίζεται από άλλα αίτια”, επισημαίνει ο κ. Δημητρακόπουλος, προσθέτοντας:
“Επιπλέον, λόγω της εξαιρετικά χαμηλής συχνότητας του CVST στον πληθυσμό είναι δύσκολο να γίνουν συγκρίσεις με σαφή δεδομένα. Αν και συχνά χρησιμοποιούνται οι συχνότητες από τις δύο παραπάνω μελέτες, άλλες έχουν δείξει ότι το πραγματικό ποσοστό ενδεχομένως είναι υψηλότερο”.
Η συχνότητα του CVST μπορεί να διαφοροποιείται επίσης ανάλογα με την ηλικία, το φύλο ή άλλους παράγοντες κινδύνου.
Το αντισυλληπτικό χάπι, για παράδειγμα, έχει συνδεθεί με 7 φορές αυξημένο κίνδυνο CVST στις γυναίκες ηλικίας 15-50 ετών.
Η πληροφορία αυτή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς το εμβόλιο της AstraZeneca έχει χορηγηθεί περισσότερο σε γυναίκες νεαρότερης ηλικίας.
Στη Γερμανία, για παράδειγμα, δόθηκε προτεραιότητα σε επαγγελματίες υγείας και εκπαιδευτικούς, δύο επαγγέλματα στα οποία τα ποσοστά των γυναικών είναι υψηλότερα.
Κατά συνέπεια, τα υψηλότερα ποσοστά του CVST που παρατηρήθηκαν ενδεχομένως συνδέονται και με άλλους παράγοντες κινδύνου.
Χαμηλά αιμοπετάλια
Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης ότι η COVID-19 έχει επίσης συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο θρομβώσεων αλλά και χαμηλών αιμοπεταλίων.
“Μάλιστα, σύμφωνα με τις παρούσες εκτιμήσεις, ο κίνδυνος CVST μετά την COVID-19 είναι 8-10 φορές αυξημένος σε σχέση με αυτόν που παρατηρείται μετά τον εμβολιασμό.
Φαίνεται, επομένως, ότι η πανδημία έχει ήδη αυξήσει τα ποσοστά της παραπάνω επιπλοκής“, σημειώνει ο κ. Δημητρακόπουλος.
Γενετική προδιάθεση
Υπάρχει, τέλος, το ενδεχόμενο το εμβόλιο να προκαλεί CVST σε ασθενείς που είχαν γενετική προδιάθεση για την εμφάνιση της νόσου.
Αυτό σημαίνει ότι οι ασθενείς που παρουσιάζουν CVST θα είχαν εμφανίσει την τελευταία αργότερα στη ζωή τους, ακόμα κι αν δεν είχαν εμβολιαστεί.
“Όλοι οι παραπάνω παράγοντες καθιστούν σχετικά δύσκολο να εκτιμήσουμε τον πραγματικό κίνδυνο από το εμβόλιο”, τονίζει ο κ. Δημητρακόπουλος.
Τι μπορούμε να κάνουμε;
Προς το παρόν αυτό που θα πρέπει να κάνουμε είναι να συγκρίνουμε τους κινδύνους από το εμβόλιο με τους κινδύνους μίας πιθανής λοίμωξης από COVID-19.
Όλα τα εγκεκριμένα εμβόλια, μεταξύ των οποίων και αυτό της AstraZeneca, έχουν υψηλή αποτελεσματικότητα στην πρόληψη της σοβαρής COVID-19.
Ο κίνδυνος σοβαρής COVID-19 είναι χαμηλότερος στις νεαρές ηλικίες και μειώνεται συνολικά όταν το ιικό φορτίο στην κοινότητα είναι χαμηλό.
Κατά συνέπεια, η αναλογία οφελών/κινδύνων είναι ακόμα υπέρ της χορήγησης του εμβολίου σχεδόν σε κάθε περίπτωση.
Μόνο όταν ο κίνδυνος έκθεσης στο ιό είναι εξαιρετικά χαμηλός, είναι ίσως προτιμότερο να μην χορηγείται σε ηλικίες κάτω των 30.
“Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η COVID-19 είναι δυνητικά απειλητική για τη ζωή και σε άτομα νεαρής ηλικίας”, σημειώνει ο κ. Δημητρακόπουλος..
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα δεδομένα, 1 στους 2.500 ασθενείς ηλικίας 25-44 ετών που νοσούν από COVID-19, τελικά καταλήγουν.
Το ποσοστό αυτό είναι 400 φορές υψηλότερο σε σχέση με τον κίνδυνο θανάτου από την επιπλοκή CVST.
Αν διατρέχετε αυξημένο κίνδυνο έκθεσης στον ιό, τότε θα πρέπει οπωσδήποτε να κάνετε το εμβόλιο.
Πρέπει να σημειωθεί ότι και τα υπόλοιπα εμβόλια της COVID-19 δεν είναι στείρα κινδύνων.
Στο εμβόλιο της Pfizer, για παράδειγμα, 1 στους 90.000 ασθενείς παρουσιάζει αναφυλαξία, ενώ τελευταία παρατηρούνται περιστατικά θρομβώσεων και από το εμβόλιο της Johnson & Johnson.