Με τα κρούσματα COVID-19 στη χώρα να εκτοξεύονται, η Ινδία είναι σήμερα μία από τις χώρες που έχουν πληγεί περισσότερο από την παρούσα πανδημία.
Αρκετά από τα νέα κρούσματα της χώρας αποδίδονται στο στέλεχος Β1617 το οποίο τείνει να εξελιχθεί σε κυρίαρχο στέλεχος στη χώρα.
Το στέλεχος αυτό έχει ανιχνευθεί ήδη και σε αρκετές άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα η Μεγάλη Βρετανία.
Συγκεκριμένα, αν και την περασμένη εβδομάδα ανιχνεύθηκαν 77 κρούσματα του συγκεκριμένου στελέχους στη χώρα, τα κρούσματα αυτά έγιναν 182 λίγες ημέρες αργότερα.
“Το στέλεχος Β1617 εξετάζεται αυτή τη στιγμή από την επιστημονική κοινότητα ωστόσο δεν θεωρείται ακόμα «στέλεχος ενδιαφέροντος», όπως τα Β117 (Μεγάλης Βρετανίας), Β1351 (Νότιας Αφρικής) και Ρ1 (Βραζιλίας)“, επισημαίνει ο κ. Αντώνιος Δημητρακόπουλος, Διευθυντής Γ’ Παθολογικής Κλινικής Ερρίκος Ντυνάν Hospital.
Τι γνωρίζουμε, όμως, σήμερα για το στέλεχος αυτό;
Είναι πιο μολυσματικό το Β1617 σε σχέση με τα υπόλοιπα στελέχη;
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα δεδομένα αυτή τη στιγμή φαίνεται ότι το στέλεχος Β1617 μπορεί να εξαπλωθεί ευκολότερα σε σχέση με τα προηγούμενα στελέχη του ιού.
Αυτό αποδίδεται στη μετάλλαξη L452R, η οποία επηρεάζει το σχήμα της πρωτεΐνης ακίδας.
Η τελευταία είναι αυτή που χρησιμοποιείται από τον ιό για να προσδεθεί και να μολύνει τα κύτταρα του οργανισμού.
“Η μετάλλαξη L452R επηρεάζει το κομμάτι της πρωτεΐνης ακίδας που προσδένεται στους υποδοχείς ACE2, το μόριο δηλαδή της κυτταρικής μεμβράνης το οποίο χρησιμοποιεί ο ιός ως πύλη εισόδου“, εξηγεί ο κ. Δημητρακόπουλος.
Πρώιμα δεδομένα έχουν δείξει ότι η μετάλλαξη L452R επιτρέπει στον ιό να προσδεθεί ισχυρότερα στους παραπάνω υποδοχείς.
Όπως παρατηρήσαμε σε προηγούμενα στελέχη, όπως το Β117, η παρουσία αντιστοίχων μεταλλάξεων αυξάνει τη μολυσματικότητα του ιού.
Το στέλεχος Β1427 που ανιχνεύθηκε στην Καλιφόρνια φέρει επίσης τη μετάλλαξη L452R.
Το στέλεχος αυτό είναι σχεδόν 20% περισσότερο μολυσματικό σε σχέση με τα στελέχη του ιού που κυκλοφόρησαν κατά τη διάρκεια του 1ου κύματος της πανδημίας.
Προκαλεί σοβαρότερη νόσηση;
“Είναι σημαντικό να τονιστεί στο σημείο αυτό ότι μεταλλάξεις όπως η L452R οι οποίες αυξάνουν την ικανότητα πρόσδεσης του ιού στους κυτταρικούς υποδοχείς, δεν αυξάνουν συνήθως τη σοβαρότητα της νόσησης που προκαλεί”, λέει ο κ. Δημητρακόπουλος.
Για παράδειγμα, αν και το στέλεχος Β1427 της Καλιφόρνια εξαπλώνεται ευκολότερα, πρώιμα δεδομένα έδειξαν ότι δεν προκαλεί σοβαρότερη λοίμωξη ούτε συνδέεται με υψηλότερο ιικό φορτίο.
Το ίδιο ισχύει πιθανώς και για το στέλεχος Β1617, αν και αυτό ακόμα δεν έχει αποδειχθεί.
Η μεγαλύτερη ανησυχία για το στέλεχος Β 1617 έχει σχέση με τα εμβόλια
Η μεγαλύτερη ανησυχία για το στέλεχος Β1617, ωστόσο, αφορά τις επιδράσεις των μεταλλάξεών του στην αποτελεσματικότητα των εμβολίων.
Η συντριπτική πλειοψηφία των εμβολίων της COVID-19 στοχεύουν την πρωτεΐνη ακίδα του ιού.
Καθώς η πρωτεΐνη αυτή βρίσκεται στην εξωτερική επιφάνεια του SARS-CoV-2 αποτελεί συνήθως το πρώτο αντιγόνο που αναγνωρίζει το ανοσοποιητικό σύστημα.
Η παραγωγή αντισωμάτων ξεκινάει επίσης στοχεύοντας συνήθως τη συγκεκριμένη πρωτεΐνη.
Κατά συνέπεια, οι μεταλλάξεις που αλλάζουν το σχήμα της πρωτεΐνης ακίδας μπορεί να επηρεάσουν την αποτελεσματικότητα των παραπάνω αντισωμάτων.
Πράγματι, πρώιμα δεδομένα έχουν δείξει ότι η μετάλλαξη L452R επιτρέπει στον ιό να διαφύγει της εξουδετέρωσης από το ανοσοποιητικό σύστημα.
Το στέλεχος Β1617 φέρει μάλιστα και μία δεύτερη μετάλλαξη, την E484Q, η οποία επηρεάζει το σχήμα της πρωτεΐνης ακίδας.
“Έρευνες έχουν δείξει ότι οι μεταλλάξεις που επηρεάζουν την ίδια περιοχή της ακίδας με την παραπάνω μετάλλαξης καθιστούν τον ιό πιο ανθεκτικό στην εξουδετέρωση από τα αντισώματα“, τονίζει ο κ. Δημητρακόπουλος.
Πρέπει να ανησυχήσουμε για το στέλεχος Β1617;
Το υπουργείο υγείας της Ινδίας υποστήριξε ότι η αύξηση των κρουσμάτων στη χώρα δεν αποδίδεται στο στέλεχος Β1617.
Ωστόσο, στην Ινδία δεν γίνονται συχνά αναλύσεις των στελεχών στους ασθενείς που έχουν θετικές εξετάσεις για τον ιό, επομένως είναι δύσκολο να έχουμε μία καθαρή εικόνα.
“Αυτή της στιγμή είναι ακόμα νωρίς για να αποφανθούμε αν το στέλεχος θα δημιουργήσει προβλήματα στις προσπάθειες περιορισμού της πανδημίας.
Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να συνεχίσουμε την εφαρμογή των μέτρων γεγονός που θα μας επιτρέψει να προλάβουμε τις όποιες αρνητικές συνέπειες από την κυκλοφορία του παραπάνω στελέχους”, τονίζει ο κ. Δημητρακόπουλος.
Αυτό που θα πρέπει να εξεταστεί άμεσα είναι αν το νέο στέλεχος μπορεί να αποφύγει την εξουδετέρωση από τα αντισώματα των εμβολίων. Αν αυτό επαληθευτεί, τότε πιθανώς θα προκαλέσει νέα κύματα κρουσμάτων μεγάλης κλίμακας σε όλο τον κόσμο.
Οι εταιρίες ανάπτυξης εμβολίων έχουν ήδη ξεκινήσει την ανάπτυξη ενισχυτικών δόσεων, ωστόσο προς το παρόν δεν είναι δυνατό να γνωρίζουμε αν τα εμβόλια θα πρέπει να τροποποιηθούν ειδικά και για το στέλεχος Β1617.