Μετά το εμβόλιο της COVID-19, αρκετοί άνθρωποι θα παρουσιάσουν ήπιες ανεπιθύμητες ενέργειες όπως πυρετό, κεφαλαλγία, ναυτία ή αίσθημα κόπωσης.
Ωστόσο, οι παραπάνω ανεπιθύμητες ενέργειες δεν θα πρέπει να μας ανησυχήσουν καθώς δείχνουν ότι το ανοσοποιητικό μας σύστημα έχει ενεργοποιηθεί και δημιουργεί ανοσία για τον SARS-CoV-2.
Τι συμβαίνει, όμως, με αυτούς που δεν παρουσιάζουν καμία ανεπιθύμητη ενέργεια μετά τη λήψη και των 2 δόσεων του εμβολίου;
Τους τελευταίους μήνες, καθώς τα μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν επικεντρωθεί στις ανεπιθύμητες ενέργειες των εμβολίων, υπάρχει άγνοια σχετικά με την ανοσία στα άτομα που δεν παρουσιάζουν καμία από τις παραπάνω.
-Δεν έχει σημασία αν παρουσιάσατε ανεπιθύμητες ενέργειες ή όχι
“Όταν τα εμβόλια άρχισαν να χορηγούνται στον πληθυσμό πριν από μερικούς μήνες, υπήρχε μεγάλη ανησυχία σχετικά με τις ανεπιθύμητες ενέργειές τους.
Οι τελευταίες αποτελούν ένδειξη ότι το ανοσοποιητικό σύστημα έχει ενεργοποιηθεί και δημιουργεί ανοσία, σύμφωνα με τους ειδικούς“, αναφέρει ο κ. Αντώνιος Δημητρακόπουλος, Διευθυντής Γ’ Παθολογικής Κλινικής Ερρίκος Ντυνάν Hospital.
Δημιουργήθηκε, επομένως, το εύλογο ερώτημα σχετικά με την ανοσία στα άτομα που εμβολιάστηκαν και δεν παρουσίασαν ανεπιθύμητες ενέργειες.
Αρκετοί ασθενείς θεώρησαν ότι, εφόσον δεν παρουσίασαν ανεπιθύμητες ενέργειες, δεν έχουν αναπτύξει αντισώματα.
“Πρέπει να κατανοήσουμε στο σημείο αυτό ότι, αν και οι ανεπιθύμητες ενέργειες όπως ο πυρετός, οι μυαλγίες και το αίσθημα κόπωσης αποτελούν ένδειξη ότι το ανοσοποιητικό σύστημα δημιουργεί ανοσία, η απουσία των παραπάνω δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει ανοσιακή απόκριση“, σημειώνει ο κ. Δημητρακόπουλος.
Στις κλινικές δοκιμές των εμβολίων της Pfizer και της Moderna η πλειοψηφία των εθελοντών δεν παρουσίασε καμία ανεπιθύμητη ενέργεια, ωστόσο όπως έδειξαν τα αποτελέσματα, είχαν αναπτύξει επαρκή ανοσία για τον SARS-CoV-2.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες των κλινικών δοκιμών, ορισμένοι άνθρωποι παρουσιάζουν ανεπιθύμητες ενέργειες από τα εμβόλια ενώ άλλοι όχι.
Σε κάθε περίπτωση, η απουσία συμπτωμάτων μετά τη λήψη των τελευταίων δεν αποτελεί ένδειξη ελλιπούς ανοσιακής απόκρισης.
Γιατί ορισμένοι ασθενείς δεν παρουσιάζουν ανεπιθύμητες ενέργειες;
Το ανοσοποιητικό σύστημα κάθε ανθρώπου αντιδρά με διαφορετικό τρόπο στο εμβόλιο.
Το γεγονός αυτό αποδίδεται σε μία σειρά παράγοντες, μεταξύ των οποίων:
-η γενικότερη κατάσταση της υγείας,
-η ηλικία,
-το φύλο,
-η προϋπάρχουσα ανοσία,
-η κληρονομικότητα,
-η διατροφή,
-το περιβάλλον και,
-η χρήση αντιφλεγμονωδών φαρμάκων.
Έρευνα έδειξε, μάλιστα, ότι η ώρα της ημέρας που γίνεται το εμβόλιο της γρίπης μπορεί να επηρεάσει την απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος.
Οι ασθενείς με ιστορικό COVID-19, έχουν ισχυρότερη απόκριση στο εμβόλιο
Σήμερα γνωρίζουμε επίσης ότι οι ασθενείς με ιστορικό COVID-19 έχουν γενικά ισχυρότερη απόκριση στο εμβόλιο.
Οι ανοσοκατεσταλμένοι
Μία ιδιαίτερη κατηγορία ασθενών αναφορικά με τον εμβολιασμό για την COVID-19 είναι οι ανοσοκατεσταλμένοι.
“Οι ασθενείς αυτοί παράγουν μειωμένα αντισώματα σε σχέση με το γενικό πληθυσμό, ωστόσο η χορήγηση του εμβολίου μπορεί να προσφέρει και σε αυτούς κάποια ανοσία.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι κάθε άνθρωπος έχει διαφορετικό ανοσοποιητικό σύστημα, επομένως η απουσία ανεπιθύμητων ενεργειών δεν σημαίνει ότι δεν αναπτύξαμε ανοσία“, επισημαίνει ο κ. Δημητρακόπουλος.
Ανεπιθύμητες ενέργειες σε άλλα εμβόλια
Τα εμβόλια σχεδιάζονται με σκοπό να μην προκαλούν ανεπιθύμητες ενέργειες ή, όταν προκαλούν, αυτές να είναι περιορισμένες.
Ωστόσο, ανεπιθύμητες ενέργειες έχουν παρατηρηθεί σχεδόν σε όλα τα άλλα εμβόλια, και αυτά της COVID-19 δεν αποτελούν εξαίρεση.
Στα εμβόλια της γρίπης, του MMR και του έρπητα ζωστήρα, για παράδειγμα, αρκετοί ασθενείς θα παρουσιάσουν τοπικές ή συστηματικές αντιδράσεις.
Το φαινόμενο αυτό δεν πρέπει να μας προκαλέσει ανησυχία, καθώς η φλεγμονή είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη ισχυρής ανοσίας.
“Σήμερα, ωστόσο, δεν έχουμε κάποιο τρόπο να εκτιμήσουμε τα επίπεδα της φλεγμονής και τη σύνδεσή τους με την ισχύ της ανοσιακής απόκρισης.
Σε κάθε περίπτωση, οι ανεπιθύμητες ενέργειες αποτελούν κάτι θετικό, καθώς δείχνουν ότι υπάρχει ισχυρή ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος, ενώ η απουσία τους δεν συνεπάγεται απαραίτητα μειωμένη ενεργοποίηση“, καταλήγει ο κ. Δημητρακόπουλος.