Το εμβόλιο της COVID-19 μας προστατεύει τόσο από τη νόσηση όσο και από τις μακροπρόθεσμες επιπλοκές της COVID-19.
Ωστόσο, όπως συμβαίνει με κάθε εμβόλιο, μετά τη χορήγησή του μπορεί να εμφανιστούν ήπιες ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως άλγος και οίδημα στο σημείο της έγχυσης, πυρετός, ρίγος, αίσθημα κόπωσης και κεφαλαλγία.
Τα παραπάνω συμπτώματα δεν πρέπει να μας ανησυχήσουν καθώς αποτελούν ένδειξη ότι το εμβόλιο έχει προκαλέσει ανοσιακή απόκριση.
Αν και ορισμένες ανεπιθύμητες ενέργειες του εμβολίου ομοιάζουν με τα συμπτώματα της COVID-19, τα εμβόλια χρησιμοποιούνται σήμερα δεν είναι δυνατό να προκαλέσουν νόσηση, ούτε να μας μολύνουν με τον ιό, καθώς δεν περιέχουν σωματίδια του τελευταίου.
Στους περισσότερους ανθρώπους, οι ανεπιθύμητες ενέργειες του εμβολίου είναι ήπιες και διαρκούν λιγότερο από 48 ώρες.
Ωστόσο, σε ένα μικρό αριθμό ασθενών μπορεί να προκαλέσουν συμπτώματα που ομοιάζουν γρίπη και παρεμβαίνουν στην ικανότητά τους να επιτελούν τις καθημερινές τους δραστηριότητες.
Θέλοντας να αντιμετωπίσουν τις παραπάνω ανεπιθύμητες ενέργειες, αρκετοί άνθρωποι που έχουν εμβολιαστεί (μεταξύ των οποίων και γιατροί) μπορεί να πάρουν φάρμακα όπως η ιβουπροφαίνη και η ακεταμινοφαίνη.
Τα φάρμακα αυτά περιορίζουν το άλγος και τον πυρετό που μπορεί να εμφανιστεί μετά το εμβόλιο.
Υπάρχει όμως κίνδυνος να επηρεάσουν την ανοσιακή απόκριση του οργανισμού στο εμβόλιο;
Τα αναλγητικά και η απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος στο εμβόλιο
Σήμερα, δεν έχει γίνει ακόμα κάποια έρευνα που εξέτασε ειδικά τις επιδράσεις της ιβουπροφαίνης και της ακεταμινοφαίνης στην ανοσιακή απόκριση που προκαλεί το εμβόλιο.
Έρευνες του παρελθόντος που είχαν εξετάσει τις επιδράσεις των παραπάνω φαρμάκων σε άλλα εμβόλια, είχαν διαπιστώσει ότι υπάρχει πιθανότητα να επηρεάσουν την ανοσιακή απόκριση.
Οι έρευνες του παρελθόντος είχαν εξετάσει τη χορήγηση αντιπυρετικών πριν το εμβόλιο
Οι έρευνες αυτές είχαν εξετάσει κατά πλειοψηφία τη χορήγηση εμβολίων σε παιδιά και συγκεκριμένα τη χορήγηση αντιπυρετικών φαρμάκων πριν το εμβόλιο.
Σήμερα, δεν είναι λίγοι οι γονείς που δίνουν αναλγητικά στα παιδιά τους πριν από ένα εμβόλιο.
“Αν και αυτή τη στιγμή δεν γνωρίζουμε αν τα παραπάνω φάρμακα μπορεί να επηρεάσουν τη δράση των εμβολίων, ξέρουμε ότι περιορίζουν τη φλεγμονώδη απόκριση η οποία εκδηλώνεται με πυρετό και άλγος.
Καθώς η φλεγμονή περιορίζεται, δεν αποκλείεται να συμβαίνει το ίδιο και με την ανοσιακή απόκριση που προκαλεί το εμβόλιο”, αναφέρει ο κ. Αντώνιος Δημητρακόπουλος, Διευθυντής Γ’ Παθολογικής Κλινικής Ερρίκος Ντυνάν Hospital.
Τα αντιπυρετικά φάρμακα περιορίζουν την αναπαραγωγή αντισωμάτων
Έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Virology διαπίστωσε ότι τα ΜΣΑΦ (στα οποία περιλαμβάνεται και η ιβουπροφαίνη) περιορίζουν την παραγωγή αντισωμάτων, επηρεάζοντας παράλληλα και άλλα χαρακτηριστικά της ανοσιακής απόκρισης στον SARS-CoV-2.
“Τα αντισώματα είναι πρωτεΐνες που παράγονται από το ανοσοποιητικό σύστημα με σκοπό την αντιμετώπιση ιών όπως ο SARS-CoV-2.
Τα εμβόλια της COVID-19 επάγουν παραγωγή αντισωμάτων που στοχεύουν ειδικά τον ιό SARS-CoV-2, χωρίς να προκαλούν νόσηση“, σημειώνει ο κ Δημητρακόπουλος.
Οι συγγραφείς της μελέτης που δημοσιεύτηκε στο Journal of Virology τόνισαν ότι υπάρχει πιθανότητα τα ΜΣΑΦ να επηρεάζουν και την απόκριση στο εμβόλιο της COVID-19, ωστόσο θα χρειαστεί να γίνουν περισσότερες έρευνες για να διαπιστώσουμε αν αυτό πραγματικά συμβαίνει.
Πρώιμα δεδομένα ερευνών στο εργαστήριο είχαν δείξει ότι τα αντιπυρετικά φάρμακα μπορεί να περιορίσουν την απόκριση αντισωμάτων στο εμβόλιο, ωστόσο δεν είναι σαφές αν συμβαίνει το ίδιο και στον πραγματικό κόσμο.
Οι έρευνες που είχαν εξετάσει παιδιά πριν την πανδημία της COVID-19 είχαν διαπιστώσει ότι τα αντιπυρετικά φάρμακα επηρεάζουν την παραγωγή αντισωμάτων, μόνο αν λαμβάνονται πριν το εμβόλιο.
Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να τονιστεί ότι στις κλινικές δοκιμές φάσης 3 για τα εμβόλια COVID-19 της Pfizer και της Moderna, οι εθελοντές μπορούσαν να πάρουν αναλγητικά φάρμακα μετά τη χορήγηση του εμβολίου, εφόσον το επιθυμούσαν.
Στις παραπάνω κλινικές δοκιμές, η αποτελεσματικότητα των εμβολίων ήταν 95% και 94.1%, αντίστοιχα.
Αντιμετωπίζοντας τις ανεπιθύμητες ενέργειες του εμβολίου
Παρά την απουσία δεδομένων, αυτή τη στιγμή δεν φαίνεται ότι υπάρχουν κίνδυνοι από τη λήψη ιβουπροφαίνης ή ακεταμινοφαίνης μετά το εμβόλιο της COVID-19, εφόσον δεν ξεπεραστεί η προτεινόμενη δόση.
Ωστόσο, εφόσον αυτό είναι δυνατό, θα πρέπει να αποφεύγεται η λήψη των παραπάνω φαρμάκων μετά το εμβόλιο.
Επιπλέον, σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να λαμβάνονται τα φάρμακα αυτά ως προφυλακτική αγωγή πριν τη λήψη του εμβολίου προκειμένου να προληφθεί η εμφάνιση συμπτωμάτων.
“Αν μετά τη λήψη του εμβολίου παρουσιάσετε ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως άλγος στο σημείο της έγχυσης, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε ένα ψυχρό επίθεμα προκειμένου να περιοριστεί το οίδημα.
Η ήπια άσκηση του άκρου μπορεί να βοηθήσει επίσης στην αντιμετώπιση του άλγους, καθώς επαναφέρει την αιματική ροή στο σημείο της έγχυσης“, συμβουλεύει ο κ. Δημητρακόπουλος, καταλήγοντας:
Για την αντιμετώπιση του πυρετού, πίνετε αρκετά υγρά, ντυθείτε καλά και ξεκουραστείτε.
“Αν ο πυρετός έχει διάρκεια πάνω από 3 ημέρες ή ξεπεράσει τους 39°C επικοινωνήστε με τον γιατρό σας.
Αν παρουσιάσετε εξάνθημα, δύσπνοια ή θωρακικό άλγος, αναζητήστε άμεσα ιατρική βοήθεια“