Μέχρι στιγμής, οι αναφορές για ανθρώπους που χάνουν την επαφή τους με την πραγματικότητα μετά από μόλυνση από SARS-CoV-2 φαίνεται να είναι εξαιρετικά σπάνιες.
Οι γιατροί δεν είναι σίγουροι αν φταίει ο ιός ή κάτι άλλο, αλλά το να μάθουμε αν υπάρχει κάποια σύνδεση θα μπορούσε να εμβαθύνει την κατανόησή μας για τους πολλούς τρόπους με τους οποίους ο Covid-19 μπορεί να επηρεάσει την υγεία μας τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα.
Εκτός από τα ειδησεογραφικά μέσα, η ιατρική βιβλιογραφία και τα περιοδικά έχουν επίσης περιγράψει περιστατικά ψύχωσης σε ανθρώπους με τον νέο κορωνοϊό. Τον Ιούνιο του 2020, η Lancet Psychiatry δημοσίευσε μια μελέτη για νευρολογικές και ψυχιατρικές επιπλοκές σε 153 άτομα που νοσηλεύτηκαν με COVID- 19 στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Στις 28 Δεκεμβρίου 2020, οι New York Times ανέφεραν έναν αριθμό περιπτώσεων όπου ασθενείς χωρίς ιστορικό ψυχικής νόσου εμφάνισαν ψυχωσικά επεισόδια εντός εβδομάδων από την εμφάνιση του ιού. Μία γυναίκα παρουσίασε παράνοια ότι τα παιδιά της κινδύνευαν άμεσα να απαχθούν.
Ένας άλλος είχε ψευδαισθήσεις πιθήκων και λιονταριού, και κάποιος άλλος έκλαιγε για μέρες από φόβο ότι “τα κακά πνεύματα εισέβαλαν στο σπίτι της.”
Οι γιατροί είπαν στην εφημερίδα ότι η ψύχωση έκανε και κάποιους ασθενείς εξαιρετικά βίαιους. Διαπίστωσε ότι 39 άτομα είχαν αλλάξει την ψυχική τους κατάσταση, 10 εκ των οποίων είχαν ψύχωση με νέα έναρξη. Άλλα περιοδικά έχουν επίσης περιγράψει περιπτώσεις ψύχωσης σε άτομα με Covid- 19 στην Ισπανία και την Ιταλία.
Οι επιστήμονες, πλέον, γνωρίζουν ότι ο κορωνοϊός προκαλεί νευρολογικά, γνωσιακά και ψυχολογικά προβλήματα. Εκτιμούν ότι οι συνέπειες της λοίμωξης που σχετίζονται με την εγκεφαλική λειτουργία ίσως συνδέονται με την ανοσοποιητική αντίδραση στον ιό, με αγγειακά προβλήματα ή με την αύξηση των φλεγμονών κατά την εξέλιξη της νόσου.
Ενα εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι οι ασθενείς που έπαθαν ψύχωση εξαιτίας COVID-19, όταν προσβλήθηκαν, εμφάνισαν κυρίως νευρολογικά συμπτώματα, όπως πονοκέφαλο, ίλιγγο, τρέμουλο στα χέρια και ανοσμία. Επειτα από λίγες εβδομάδες ή μήνες έπαθαν βαριά ψύχωση, κάτι που συγκλόνισε και τρόμαξε τους οικείους τους.
Επίσης, συνήθως διήνυαν την τρίτη, τέταρτη ή πέμπτη δεκαετία της ζωής τους, ηλικίες όπου πολύ σπάνια εμφανίζονται τέτοιες ψυχικές διαταραχές. Παρά την ψύχωση, οι άρρωστοι διατηρούσαν κάποια επαφή με την πραγματικότητα και αναγνωρίζαν τη στρεβλότητα της σκέψης τους.
Οι ειδικοί δεν αποκλείουν ότι άτομα με γενετική προδιάθεση για ψυχικές διαταραχές κινδυνεύουν περισσότερο από την «ψύχωση της COVID-19».