Οι μεταλλάξεις του κορωνοϊού ευθύνονται για την αυξημένη μολυσματικότητα, που παρατηρείται σε ολόκληρο τον πλανήτη. Το τελευταίο διάστημα παρατηρούνται αυξημένες οι μολύνσεις παιδιών από τον Covid-19, γεγονός που δεν συνέβη στην αρχή της πανδημίας.
Οι επιστήμονες βρίσκονται κάθε μέρα αντιμέτωποι με νέα δεδομένα, σε ότι αφορά τον κορωνοϊό, εφόσον αυτός, μεταλλάσσεται συνεχώς.
Η ανάλυση του γονιδιώματος χιλιάδων ιών SARS-CoV-2 έδειξε ότι ομαδοποιούνται σε έξι κλάδους (Ι-VI).
Διαπιστώθηκε σχέση μεταξύ μεταλλάξεων του κορωνοϊού SARS-CoV-2 και της σοβαρότητας της νόσου COVID-19 σε παιδιά και ενηλίκους.
Η μεταλλαγή D641G (Α23403G) σχετίζεται με αυξημένη πολλαπλασιαστική ικανότητα και αυξημένη μολυσματικότητα του ιού, αλλά όχι με αυξημένη θνησιμότητα.
Λόγω της μετάλλαξης αυξήθηκαν οι μολύνσεις στα παιδιά από 1,7% τον Απρίλιο σε 7,7% τον Αύγουστο του 2020.
Τέλος, στελέχη του κλάδου VI του κορωνοϊού που φέρουν τρεις τουλάχιστον μεταλλάξεις [(P4715L (C3037T), P4715L (C14408T) και Α23403G)] τείνουν να επικρατήσουν παγκόσμια και έχουν συσχετιστεί με σοβαρή κλινική πορεία.
Μολυσματικότητα στα παιδιά
Όσον αφορά τα παιδιά, γίνεται σαφές ότι η νόσος COVID-19 επηρεάζει πλέον περισσότερα παιδιά τους τελευταίους μήνες, καθώς τα περιστατικά αυξήθηκαν από 1,7% τον Απρίλιο του 2020 σε 7,7% τον Αύγουστο του 2020 στις ΗΠΑ (υπάρχουν πολλά παραδείγματα μολυσμένων παιδιών με τον κορωνοϊό και στη χώρα μας).
Ωστόσο, υπάρχουν λίγες πληροφορίες σχετικά με τον ιό SARS-CoV-2, τον ιό που προκαλεί την ασθένεια COVID-19, σε παιδικούς πληθυσμούς.
Επιστήμονες στο Παιδιατρικό Νοσοκομείο του Λος Άντζελες στην Καλιφόρνια δημοσίευσαν τη μεγαλύτερη μελέτη COVID-19 σε παιδιά μέχρι σήμερα, υποδεικνύοντας, για πρώτη φορά, μια πιθανή συσχέτιση μεταξύ συγκεκριμένων ιογενών μεταλλάξεων του κορωνοϊού και της σοβαρότητας της νόσου COVID-19.
Οι μεταλλάξεις
Η νόσος COVID-19 δεν είναι γενετική ασθένεια, αλλά μολυσματική, παρόλα αυτά η γενετική σύσταση (DNA) του ξενιστή/ανθρώπου, καθώς και η γενετική σύσταση (RNA) του ιού SARS-CoV-2 μάλλον διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εξάπλωσή του και στη σοβαρότητα των κλινικών συμπτωμάτων της νόσου COVID-19.
Ειδικότερα, μεταλλάξεις (λάθη) στο γονιδίωμα (RNA) του ιού μπορούν να επηρεάσουν τον τρόπο μετάδοσης του ιού και να διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο στη σοβαρότητα της νόσου COVID-19.
Η κατανόηση αυτών των συσχετίσεων είναι ζωτικής σημασίας για την αντιμετώπιση/καταπολέμηση αυτής της πανδημίας.
Ο ιός SARS-CoV-2 είναι γενετικά ασταθής, και κατά τη διάρκεια του πολλαπλασιασμού του δημιουργούνται αρκετές μεταλλάξεις, παρά το γεγονός ότι έχει μηχανισμό επιδιόρθωσης των λαθών.
Οι περισσότερες από τις μεταλλάξεις που συμβαίνουν στο RNA του ιού SARS-CoV-2 είναι ασήμαντες ή μπορούν ακόμη και να τον εξασθενίσουν.
Ωστόσο, ορισμένες μεταλλάξεις θα μπορούσαν να αλλάξουν την πορεία της πανδημίας.
Για παράδειγμα, μια μετάλλαξη που ονομάζεται D614G (κλάδος VI) στο γονίδιο που καθορίζει την πρωτεΐνη της ακίδας του ιού μπορεί να συμβάλει στην αυξημένη μεταδοτικότητά του από άτομο σε άτομο.
Στην αρχή της πανδημίας (η μετάλλαξη εμφανίστηκε στην Ευρώπη τον Φεβρουάριο 2020), η μετάλλαξη D614G αντιπροσώπευε ένα μικρό ποσοστό δειγμάτων SARS-CoV-2, αλλά έκτοτε έχει αυξηθεί τόσο πολύ που σχεδόν ήταν η επικρατούσα (συχνότητα 74%) μέχρι τον Ιούνιο/Ιούλιο του 2020.
Αυτό που δεν γνωρίζαμε είναι εάν αυτή η μετάλλαξη ή άλλες μεταλλάξεις πόσο σοβαρά επηρεάζουν τα κλινικά συμπτώματα ενός ασθενούς.
Η μελέτη σε παιδιά και ενήλικες
Σε εργασία οι επιστήμονες διερεύνησαν τις σχέσεις μεταξύ ιογενών γενετικών παραλλαγών και κλινικών χαρακτηριστικών σε παιδιά και ενήλικες.
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ. Η ερευνητική ομάδα αλληλούχισε του γονιδίωμα του ιού σε 141 παιδιά (μέση ηλικία τα 8,3 χρόνια, 52% αγόρια, ενώ μόνο 13,4% είχε υποκείμενο νόσημα), που ήταν φορείς του νέου κορωνοϊού. 11,4% των φορέων χρειάστηκε νοσοκομειακή περίθαλψη.
Αφού εντοπίστηκαν οι ιογενείς γενετικές παραλλαγές στο γονιδίωμα του ιού SARS-CoV-2, έπειτα συσχετίστηκαν με τη σοβαρότητα των κλινικών συμπτωμάτων της ασθένειας.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ. Υψηλότερο ιικό φορτίο ανιχνεύθηκε σε συμπτωματικούς ενήλικες ασθενείς και σε παιδιά ηλικίας μεγαλύτερης των <5 ετών.
Η μετάλλαξη D614G στην πρωτεΐνη της ακίδας του ιού υπήρχε στο 99,3% των περιπτώσεων, δηλ. σχεδόν κάθε δείγμα περιείχε και την αλληλουχία της μετάλλαξης (συχνότητα της μετάλλαξης 10% τον Φεβρουάριο, 65% τον Μάρτιο και 96% τον Ιούνιο).
Ο ρόλος της μετάλλαξης D614G στην παθογένεια του SARS-CoV-2 εξακολουθεί να αποτελεί επίκεντρο της έρευνας.
Ενώ ορισμένες μελέτες δείχνουν ότι αυτή η μετάλλαξη μπορεί να αυξήσει το ιικό φορτίο, καθώς και τη μεταδοτικότητα του κορωνοϊού μέχρι 10 φορές, σε αυτήν την παιδιατρική ομάδα, η μετάλλαξη αυτή δεν φαίνεται να είναι ο πρωταρχικός παράγοντας της σοβαρότητας της νόσου, καθώς υπήρχε σε όλο το φάσμα της νόσου, που κυμαίνεται από ασυμπτωματικά παιδιά έως παιδιά με σοβαρά κλινικά συμπτώματα.
Η ανάλυση του γονιδιώματος χιλιάδων ιών SARS-CoV-2 έδειξε ότι ομαδοποιούνται σε έξι κλάδους (Ι-VI).
H μετάλλαξη D614G (κλάδος VI) αναφέραμε ότι αυξάνει τη μολυσματικότητα του SARS-CoV-2.
Ωστόσο, σε νέα μελέτη διαπιστώθηκε ότι στελέχη του ιού που φέρουν τη μοναδική αλλαγή (A23403G), αλλά όχι και τις άλλες δύο γενετικές σημάνσεις (C3037T και C14408T) αρχίζουν να μην είναι πλέον κυρίαρχα.
Αυτό δείχνει ότι εάν η μελέτη εστιαστεί μόνο στη μετάλλαξη D614G μπορεί να μην επαρκεί και πρέπει να εξετάζονται και οι άλλες δύο γενετικές σημάνσεις του κλάδου VI για να κατανοήσουμε τον επιπολασμό του κορωνοϊού.
Η ισχυρή αλληλική σχέση μεταξύ των παραλλαγών C3037T (nsp3, F924F), C14408T (RdRp, P4715L), A23403G (πρωτεΐνη της ακίδας, D614G) και C241T (5 ′ UTR) (10) παρέχουν ένα εξελικτικό πλεονέκτημα με αποτέλεσμα παγκόσμια να αυξάνει η συχνότητά τους (έχει υπερβεί ήδη το 40% των περιπτώσεων).
Τέλος στο δημοσίευμα υποστηρίζεται ότι η συνύπαρξη αυτών των μεταλλάξεων στον κλάδο VI συσχετίζεται με πιο σοβαρή κλινική πορεία.
Τα ευρήματά αυτά αποκαλύπτουν ότι τα ιογενή γονιδιώματα καταδεικνύουν μεγαλύτερη γενετική ποικιλομορφία από την αναμενόμενη και πιθανή συσχέτιση μεταξύ ορισμένων μεταλλάξεων του κορωνοϊού και της σοβαρότητας της νόσου COVID-19.
Άρθρο του Κωνσταντίνου Τριανταφυλλίδη – Ομότιμου Καθηγητή Γενετικής και Γενετικής του ανθρώπου – Τμήμα Βιολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης